Οι 5 εποχές
Θέατρο ΠόρταΚωνσταντίνος Ρήγος
R. Schummann, B. Britten, D. Chostakovich, C.Debussy, J. Brahms
Αριστείδης Μυταράς (παραγγελία Χοροθέατρο Οκτάνα)
Άννα Γεωργιάδου – Κenny Maclellan
Νίκος Νατσούλης
Φίλιππος Κουτσάφτης
Γιώργος Λάνθιμος, Δημήτρης Γιατζουζάκης
Τίνα Παπανικολάου
Άγγελος Μέντης
1η εκδοχή: Γιάννης Γιαπλές, Γεωργία Γιατράκου, Νίκος Δραγώνας, Ρούλα Κουτρουμπέλη, Γιώργος Μάτσκαρης, Φώτης Νικολάου, Κατερίνα Παπαγεωργίου, Βάλια Παπαχρήστου, Κωνσταντίνος Ρήγος, ΄Ελενα Τοπαλίδου και οι Μάρω Γρηγορίου, Δημήτρης Παπαιωάννου
2η εκδοχή: Amalia Bennett, Θανάσης Γιανακόπουλος, Ντορίνα Κοκκίνου, Ρούλα Κουτρουμπέλη, Γιώργος Μάτσκαρης, Matthew Morris, Κατερίνα Παπαγεωργίου, Βαγγέλης Στολίδης, ΄Ελενα Τοπαλίδου, Φραγκίσκος Τουμπακάρης
Χοροθέατρο Οκτάνα
8η Μπιεννάλε Χορού, Mediterranea, Λυών 11-09-1998 Τransbordeur, Villeurbanne (2η εκδοχή)
Του Ανδρέα Ρικάκη/Καθημερινή, 25 Ιανουαρίου 1997
Ας το τονίσουμε ευθύς εξαρχής: η περασμένη χορευτική περίοδος υπήρξε από τις πιο εντυπωσιακές που βιώσαμε τα τελευταία χρόνια. Και όταν λέμε «εντυπωσιακή» αναφερόμαστε στην ποιοτική ελληνική παραγωγή που σημειώνει εξαιρετική πρόοδο. [..]
Ο Κ. Ρήγος επιλέγει να παρουσιάσει δύο έργα μέσα στον ίδιο χρόνο! Υπερθετικές και απόλυτα διαφοροποιημένες οι χοροθεατρικές του απόψεις για τις Πέντε Εποχές και το Ξενοδοχείο Ορφέας. […]
Του Ανδρέα Ρικάκη/Η Καθημερινή 24 Οκτωβρίου 1998
Τις τελευταίες μας μέρες στην πρωτεύουσα του Μεσογειακού Χορού ο πυρετός ανέβαινε. […]
Όμως η Ελλάδα ήταν το μεγάλο «γκανιάν» ολόκληρης αυτής της Μεσογειακής υπέροχης χορο-συνένωσης, αν όχι χορο-αναμέτρησης. Αντί επιλόγου, σταχυολογώ από τα κείμενα του Στεφάν Λεμπάρ στη Lyon Capitale (23-29/9). […] Για το Χοροθέατρο Οκτάνα: «Πού μπορούμε να ψάξουμε για την ένδειξη μιας μελλοντικής Μεσογείου; Εδώ, που ο χορογράφος παρουσιάζεται ως νεοκλασικός συμφιλιωμένος με την εποχή του…». Και το απαραίτητο… κερασάκι στην τούρτα, από τον ίδιο συνάδελφο: «Ο Έλλην Βαγγέλης Στολίδης (Οκτάνα), sex symbol της πρώτης εβδομάδας της 8ης Χορευτικής Μπιενάλε της Λυών, επέστρεψε στην Ελλάδα. Θα παρηγορηθούμε με την άφιξη του Σπανιόλου Νάτσο Ντουάτο…»!
René Sirvin/Le Figaro, 14 Σεπτεμβρίου 1998
Με επτά ή οκτώ διαφορετικές παραστάσεις κάθε βράδυ, η Μπιεννάλε Χορού της Λυόν πήρε την κανονική «μεσογειακή» ταχύτητά της. Οι πρώτοι σταθμοί στην Ελλάδα θα αφήσουν αξιομνημόνευτες αναμνήσεις σβήνοντας μία πολύ κιτς αναβίωση του ταξιδιού του Didon στην Καρχηδόνα από τα Λιβανέζικα μπαλέτα Caracalla.
Στο Transbordeur της Villeurbanne το Χοροθέατρο Οκτάνα, ένας θίασος της Αθήνας άγνωστος ακόμη στη Γαλλία, αποτέλεσε πράγματι μια ευχάριστη έκπληξη. Στον διευθυντή του Κωνσταντίνο Ρήγο αρέσουν οι εικόνες-σοκ και η πρόκληση, αλλά ποτέ σε βάρος του χορού ή της μουσικής. Οι Πέντε Εποχές του έχουν μεγάλη πρωτοτυπία και σπάνια μουσικότητα. Ο χορός κρατά την πρωτοκαθεδρία, πάντοτε παρών, ζωντανός και εφευρετικός.
Η Άνοιξη για δύο κεντρικά ζευγάρια γοητεύει με την δροσιά και τον παιχνιδιάρικο χαρακτήρα του. Τα ντουέτα είναι επιδέξια, οι κινήσεις ασυνήθιστες και απρόβλεπτες. Αλλά περισσότερο απ’ όλα ξαφνιάζει το Καλοκαίρι. Η προβολή πάνω σε έναν λευκό τοίχο ενός φιλμ που δείχνει μια δεκαριά αγόρια κάτω από το ντους δημιουργεί ήδη ένα κλίμα ταραχής. Πάνω στη σκηνή, ένας υπέροχος αθλητής γλιστράει γυμνός κάτω από σεντόνι που έχει ριχτεί πάνω σε έναν μπλε καναπέ. Ο Κωνσταντίνος Ρήγος φαντάστηκε μία μεγαλειώδη μεταφορά του Απογεύματος ενός Φαύνου του Νιζίνσκυ πάνω στη μουσική του Ντεμπυσί. Μία ζεστή καλοκαιρινή ημέρα το τοπ-μόντελ του αφήνεται και εκείνο στις ερωτικές ονειροπολήσεις του. Φορώντας ένα σλιπ κυλιέται πάνω στον καναπέ παίρνοντας μερικές στιγμές τις πόζες του Νιζίνσκυ που του ταιριάζουν τέλεια. Σ’ αυτή την εκδοχή δεν υπάρχει νύμφη αλλά ένας έφηβος που εμφανίζεται και εξαφανίζεται σαν μία οπτασία, μία φαντασίωση του ήρωα. Το εξαιρετικά αισθησιακό κομμάτι προσφέρει μία διαδοχή από αγαλματένιες πόζες μεγάλης ομορφιάς του Φαύνου η οποία θα αφήσει εποχή με την εξυπνάδα και τον έλεγχό της.
Το Φθινόπωρο, για τρεις χορευτές σε μία μουσική του Μπρίτεν έχει μια νοσταλγική γοητεία. Ένα νεαρό ζευγάρι αγκαλιάζεται με πάθος μαζεύοντας ταυτόχρονα ξερά φύλλα. Ο Χειμώνας εκτυλίσσεται πάνω στα τρία μέρη του «Κονσέρτου για πιάνο και τρομπέτα» του Σοστακόβιτς του οποίου η χορογραφία ακολουθεί με επιτυχία τις ωθήσεις. Το θέμα ξεφεύγει αλλά οι εικόνες είναι εντυπωσιακές. Ένας τεράστιος ρινόκερως καταπίνει το ζευγάρι των πρωταγωνιστών. Ο χορογράφος πολλαπλασιάζει τις προκλήσεις με τα μαυρόασπρα κοστούμια (άνδρας με κουκούλα, γυναίκα με μπότες, χορεύτρια με φούστα μπαλέτου…) αλλά ο χορός είναι πάντοτε το ίδιο παρών και πρωτότυπος. Τα ντουέτα και οι αλληλοδιαδοχές είναι ιδιαίτερα επινοητικά και ο θίασος είναι εξαιρετικός. Όσο για τη σύντομη Πέμπτη Εποχή, αυτή προσφέρει το ακατανόητο θέαμα ενός ζευγαριού που κραδαίνει ένα δρεπάνι και ένα σφυρί μπροστά από τρεις άντρες και δύο γυναίκες εντελώς γυμνούς που ακουμπούν με την πλάτη στον τοίχο! Ευτυχώς υπάρχει πολύ χιούμορ στο οπτικό και σεξουαλικό παραλήρημα του Κωνσταντίνου Ρήγου, ενός δημιουργού του οποίου πρέπει να συγκρατήσουμε το όνομα γιατί θα συνεχίσει να μας εκπλήσσει.
Του Ανδρέα Ρικάκη
Καλοκαίρι 1996
Οι Αραμπέσκ θέλουν σήμερα να αποδώσουν τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και να ζητήσουν και συγγνώμην καθώς αυτό το κομμάτι είναι, κατά την αγγλοσαξωνική έκφραση LONG ONERDUE. Μιλάμε για τις Πέντε Εποχές του Κώστα Ρήγου, αυτές τις εποχές που κάνουν πια άλλη εποχή να μοιάζει με… οδοντόκρεμα. Αλλά πιο συγκεκριμένα θα μιλήσουμε για το Χοροθέατρο Οκτάνα με ένα εκτενές αφιέρωμα, καθώς εδώ, αντίθετα από τις περισσότερες άλλες σημαντικές χορευτικές ομάδες της Ελλάδας, έχουμε ένα σύνολο χορευτών που εργάζονται χρόνια μαζί, κάτω από την κατευθυντήριο γραμμή του χορογράφου, έχοντας έτσι κατανοήσει και κατακτήσει ολόκληρο το νόημα των συναισθηματικών, τεχνικών και εκφραστικών αιτημάτων του. Και από την κατάκτηση και κατανόηση έχουν βγει αποτελέσματα υπερθετικά σε μια πορεία ανοδική όπου η Οκτάνα παρουσίασε στη σειρά παραστάσεις όπως οι Γάμοι (1993), Δάφνις και Χλόη (1995) και Οι Πέντε Εποχές (1996), στις οποίες οι ερμηνείες υπήρξαν πάντοτε εξαιρετικές. Μια παρόμοια πορεία στο παρελθόν θα συναντήσουμε μόνο στο Πειραματικό Μπαλέτο Αθηνών του Γιάννη Μέτση (1965-1981).
Αραμπέσκ – αφιέρωμα, λοιπόν, με μια εκτενή αναφορά στους ερμηνευτές της Οκτάνα. Η οποία έχει την σπάνια τύχη να περιλαμβάνει στους κόλπους της έξι χορεύτριες που ενώ «δένουν» σε ένα ομοιόμορφο σύνολο ζηλευτό, η κάθε μια διαθέτει το πολύ προσωπικό της στίγμα. Κατ’ αρχήν και οι έξι είναι υπέροχες. Τελεία και παύλα. Ο Ρήγος είναι τυχερός που έχει συνάξει μια «ντίβα» σαν τη Βάλια Παπαχρήστου, μια «σταρ» σαν την Έλενα Τοπαλίδου, μια σομπρέτα σαν τη Ρούλα Κουτρουμπέλη και μια DANSEUSE CARACTERE σαν τη Γεωργία Γιατράκου. Στο πρόσωπο της νέο-αποκτηθείσης Κατερίνας Παπαγεωργίου, ο Ρήγος βγήκε πάλι «γκανιάν», καθώς η καροτομάλα χορεύτρια ανελίχθηκε μέσα από τις παραστάσεις και λουλούδισε σαν ένα ακόμη πολύτιμο απόκτημα. Η παρουσία της αφοπλιστικά έμπειρης, γοητευτικής και πάντα ανοιχτής σε «κάτι άλλο», Μάρως Γρηγορίου, συμπληρώνει και απογειώνει το σύνολο.
Αν ο Ρήγος είναι τυχερός που διαθέτει στην Οκτάνα του έξι παρόμοιες χορεύτριες, τι να πει για τους άντρες χορευτές του; Αποτελούν το πιο συναρπαστικό γηγενές έμψυχο κινησιολογικό υλικό που είδαμε και είχαμε ποτέ. Και εδώ συναντάμε προσωπικές διαφοροποιήσεις και προσωπικότητες με ξεχωριστό ύφος, στυλ και ερμηνεία – αλλά σαν σύνολο «δένουν» κι αυτοί σε ένα αμάλγαμα μοναδικό. Ο Γιάννης Γιαπλές είναι ο λαμπερός χορευτής που με την εμφάνισή του και μόνο στη σκηνή σαγηνεύει. Οι ρόλοι του ταιριάζουν σα γάντι, γιατί τους επενδύεται, τους αφομοιώνει, τους αποδίδει χωρίς ποτέ να τους χαρίζεται. Είναι πάντα του «εκεί». Αστράφτοντας. Ο Νίκος Δραγώνας είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα περφόρμερ που άργησε να ανθίσει μέσα στο χρόνο και μέσα από τις παραστάσεις. Από το σβησμένο παλικαράκι του Ερωτοπλοέω της Μαίρης Τσούτη στο δυναμικό χορευτή της Άνοιξης των Πέντε Εποχών, με το χιούμορ και τη χαρά της ζωής, μέχρι τη σχιζοφρένεια στο μάτι κατά την είσοδό του με πατίνια στο Χειμώνα, ο Δραγώνας είναι πολύτιμος.
Το Φώτη Νικολάου ανακαλύψαμε ως Δάφνι στο Δάφνις και Χλόη του Ρήγου. Ο ρόλος τον ανέδειξε και τον στιγμάτισε. Θέλει πολλή δουλειά και οι κατάλληλες συγκυρίες για να ξεπεραστεί ένας ρόλος που σε μια βραδιά σε κάνει αστέρι. Στις Πέντε Εποχές ήταν ο «μεγάλος ριγμένος». Αλλά ένας «μεγάλος» ξεχωρίζει πάντα. Και αν δεν ξεχωρίζει, μέσα στο σκληρό ανταγωνισμό (θεμιτό, αθέμιτο, παλκοσένικο είναι αυτό, τι να κάνουμε;) ο Φώτης, τότε ποιος τάχα; Η σπαστική αγωνία του μελλοντολογικού παληκαριού της Πέμπτης Εποχής, με το διαλυμένο νάυλον και το καταρρέον δρεπάνι μέσα στο διάφανο μαύρο κοστουμάκι που τόνιζε το καλλίγραμμο κορμί του οδήγησε την παράσταση σε ένα συγκλονιστικό φινάλε – βοηθούσης και της «σαλταρισμένης» Τοπαλίδου με το άχρηστο πια σφυρί. Αλλά είναι η έναρξη του δεύτερου μέρους της Άνοιξης, με το μακρύ, πλαστικό, ακροβατικό σόλο του Φώτη που μένει χαραγμένη για πολύ καιρό στη μνήμη, και η κατακόρυφος με τα ανάποδα ENTRECHATS και την αργή τοξοτή επιστροφή στην ξαπλωτή γη με το χέρι πάντα τεντωμένο ίσια μπροστά, ήταν πάντα η ίδια συναρπαστική κατάληξη μιας απροσδόκητης «βαριασιόν» που ξεκινούσε με τις παλάμες ν’ ανεμίζουν σαν κάποιος φαύνος του πάντα. Τι Δάφνις, τι κυπαρισσάκι, τι φαύνος, ο Φώτης είναι ένας.
Ο εικοσάχρονος Γιώργος Μάτσκαρης είναι το «νεογνόν». Όταν, όμως, έχεις παρόμοιο νεογνόν, σκέψου τι θα γίνει, άμα τη ενηλικιώσει του. Το σκατόπαιδο! Ένας φτιαγμένος «χορευτής» που αν δεν πάρουν τα μυαλά του αέρα και δεν καβαλήσει το καλάμι, θα μας δοξάζει πολύ και παντού, να μου το θυμηθείτε. Κι ας το θυμάται κι αυτός. Κι ας μας θυμάται.
Για τον ίδιο το χορογράφο, ας τονίσουμε και πάλι, ότι προτιμάμε, οι δημιουργοί να βρίσκονται «έξω» από την παράσταση. Όταν, κατ’ ανάγκη είναι «μέσα», ε, τότε ας είναι σαν το Ρήγο. Μια ζωντανή, υπνωτική, προσωπικότητα που πάλλεται από εσώτερους ρυθμούς και παλμούς εκπομπευόμενους σε όλο το θέατρο – και αυτοσχεδιασματικά.
Όσο για τον «επίτιμο» κεκλημένο αυτών των Πέντε Εποχών, τον πρωτεργάτη της Ομάδας Εδάφους, Δημήτρη Παπαϊωάννου, χαιρόμαστε που βλέπουμε αυτό το ομορφότερο καλογυμνασμένο κορμί του ελληνικού παλκοσένικου να δονείται με τόση άψογη μαεστρία και κυριαρχικότητα πάνω στα πολύ συγκεκριμένα χνάρια μιάς καθαρής χορογραφικής αίτησης. Εδώ είχαμε μια υπέροχη δραματική – χορευτική ερμηνεία και ένα υπόδειγμα σθεναρότητας στα επικίνδυνα παιχνίδια της ισορροπίας και της ανισορροπίας. Όπως είπε και κάποιος πολύ μοχθηρός κοινός μας φίλος: «Άνετα πέρασε ο Δημήτρης από την Ομάδα Εδάφους στο Χοροθέατρο Οκτάνα – δηλαδή με την άνεση που περνάμε από το κακό στο χειρότερο»! Και ο νοών νοήτω!
Υ.Γ. Για να μη μένουν παραπονεμένοι οι υπόλοιποι συντελεστές, επιφανείς τε και αφανείς, οι Αραμπέσκ τους καταχωρούν άνευ σχολίων, γιατί το αποτέλεσμα της συνεργασίας τους εκτιμήθηκε πανελληνίως. Είναι: Άννα Γεωργιάδου, Κένυ Μακλέλαν (σκηνογραφία), Νίκος Νατσούλης (κοστούμια), Φίλιππος Κουτσαφτής (φωτισμοί), Δημήτρης Γιατζουζάκης, Γιώργος Λάνθιμος (κινηματογραφική εικόνα), Τίνα Παπανικολάου (βοηθός σκηνοθέτη), Άγγελος Μέντης (μακιγιάζ). Θαυμάζουμε και υποκλινόμαστε. Ειδική μνεία, τέλος στο νεαρό συνθέτη της Πέμπτης Εποχής, Αριστείδη Μυταρά, για το δραματικό και αποκαλυπτικό Τρίο εγχόρδων του. Ερώτηση: πού θα το πάει, από δω και πέρα; Ουφ! νισάφι πια! Όλα τα είπαμε. Α, ναι: και η χορογραφία δεν ήταν κακή. Προς υπέροχη, θάλεγα…
Του Ανδρέα Ρικάκη/Καθημερινή
«Μεσόγειος είναι η Ελλάδα». Το σύνθημα ρίχνει ο ιδρυτής και καλλ. δ/ντής της Μπιενάλε Γκι Νταρμέ στο πρώτο κιόλας κείμενο του υπερμεγέθους λευκώματος – αφιερώματος του Φεστιβάλ που κλείνει με το στίχο του Σεφέρη: «Ευτυχισμένος που έκανε το ταξίδι του Οδυσσέα». […] Οκτώ σελίδες καταλαμβάνει η χώρα μας στο υπερκαλαίσθητο «φόλιο» Μεσόγειος! Τρεις χορευτικές ομάδες μας εκπροσωπούν (Χοροθέατρο Οκτάνα – Κ. Ρήγος, Ομάδα Εδάφους – Δ. Παπαϊωάννου, Λύκειο των Ελληνίδων) με σύνολο 11 παραστάσεων, δύο τραγουδιστές (Δ. Γαλάνη με την ΚΟΕΜ, 2 εμφανίσεις), Α. Καρακότας (10 βραδιές, η τελευταία με την Ντ. Μπακοπούλου σε ρεσιτάλ έργων Χατζιδάκι). […] Επιλέγουμε, φυσικά, την Οκτάνα (Θέατρο Τρανσμπορντέρ) σε μια αναθεωρημένη έκδοση της μεγάλης προκλητικής επιτυχίας Πέντε Εποχές. Καινούργιο το «Φθινόπωρο» και η «Πέμπτη Εποχή», νέοι έξοχοι ερμηνευτές κοντά σε αγαπημένους παλαιότερους και το κοινό, ύστερα από κάποια αμήχανα επιφωνήματα στο φινάλε και μια σοκαρισμένη σιωπή, ξεσπά σε χειροκροτήματα ρυθμικά ενώ την επόμενη ποδοκροτούσε κιόλας! Αισθάνομαι εθνικά υπερήφανος – η Ελλάδα κέρδισε στον πρώτο γύρο. Και έπεται συνέχεια…
Του Ανδρέα Ρικάκη
«Στη μοντέρνα τέχνη η ατμόσφαιρα παίζει μεγάλο ρόλο. Η σύγχρονη ζωή είναι πολύπλοκη και σχετική. Για να αποδώσουμε την πολυπλοκότητα απαιτούμε περιβάλλον με λεπτότητα αποχρώσεων, υποβολή, παράξενες προοπτικές. Για τη σχετικότητα απαιτείται ο κατάλληλος περίγυρος». Όσκαρ Ουάιλντ, De Profundis, 1897.
Ένας αιώνας κύλησε και τα λόγια αυτά ισχύουν τώρα όπως και τότε. Και στον χορευτικό τομέα, κανένας δεν τα αποδεικνύει πιο περίτρανα από τον Κώστα Ρήγο, τον πιο ερεθιστικό χορογράφο – σκηνοθέτη του τόπου μας. Ο άνθρωπος είναι ανήσυχος, υπερχαρισματικός και πρέπει να διαθέτει μια γερή δόση τρέλας. Το αποδεικνύει με μια ανοδική πορεία έξι ετών και μέσα από δεκατρείς παραγωγές που γράφουν ήδη χορο-ιστορία. Το αποδεικνύει με τις εκλεκτικές εμμονές του, την πρωτοτυπία του, την τόλμη του, το πολύ προσωπικό του ύφος, την επιλογή των συνεργατών του και κυρίως, με τη δημιουργία του Χορευτικού του Σώματος. Η Οκτάνα είναι η καλύτερη ομάδα που διαθέτουμε από την εποχή του Πειραματικού Μπαλέτου του Μέτση (1979) και εφάμιλλη – αν όχι καλύτερη – πολλών συγγενικών της του εξωτερικού. Τα ίδια τα μέλη της – νεανικά, ζωηρά, πανέμορφα «παιδιά» της Κρατικής Σχολής, όπως και ο Ρήγος – ανανεώνονται με ισάξιους συναδέλφους και έξοχους «γκεστ»· έχουν ξεπεράσει τις απαιτήσεις – πολλές φορές και τους κινδύνους – μιας τεχνικής υπερσύγχρονης και εκσυγχρονισμένης: αμάλγαμα κλασικού μπαλέτου, μοντέρνου και μεταμοντέρνου χορού, ακροβατικών και γυμναστικών υπερεντάσεων, εκφραστικών, ακόμη και εξπρεσιονιστικών, στοιχείων, το συναρπαστικό στίγμα του Ρήγου που καθορίζει την επιτομή μιας ελληνικής χορευτικής πραγματικότητας.
Οι Πέντε Εποχές, ένα πολυθέαμα που θα ήταν αμάρτημα να χάσει κανείς, μιλάνε για την παραφροσύνη του σύγχρονου ανθρώπου μέσα από τον έρωτα, την απελπισία, το άγχος του χρόνου που κυλάει αμείλικτος, τους λαχανιαστούς ρυθμούς της ζωής: από το φθαρμένο απειλητικό φθινόπωρο μιας μαραμένης σχέσης στους σεξουαλικούς χυμούς της παιχνιδιάρικης άνοιξης (ένα αριστούργημα σύγχρονης χορογραφικής έκφρασης), από το σκοτεινό αντικείμενο ενός ομοφυλοφιλικού πόθου κάποιο λάγνο καλοκαίρι στην αίθουσα ενός φρενοκομείου τον παγερό χειμώνα των τεράτων και ακόμη πιο πέρα μέχρι τη βρώμα, τη γυμνική επίδειξη και την πτώση των πολιτικο-κοινωνικών αξιών μιας Πέμπτης Εποχής, πακεταρισμένης στο πλαστικό. Χιούμορ, τρυφερότητα, σκληράδα, κυνισμός, γέλιο, δάκρυ, και κυρίως, θαυμαστικά για αυτές τις Πέντε Εποχές του Κώστα Ρήγου στις οποίες επανήλθαμε. (Θέατρο Πόρτα, 10, 11, 13, 15-5)
Υ.Γ. Για να κατονομάσουμε τους άνω των τριάντα συνεργάτες θα χρειαζόμαστε άλλο ένα σημείωμα, Σε όλους τους τομείς υπήρξαν όλοι υπέροχοι!
Της Νατάσσας Χασιώτη
Γράφοντας για τις «5 εποχές», τη φετινή παραγωγή του Κώστα Ρήγου και του «Χοροθεάτρου Οκτάνα», που παρουσιάστηκε στα τέλη της άνοιξης, νιώθω πως «αποδομώ» κατά κάποιο τρόπο την αναμενόμενη γραμμική χρονικότητα της στήλης αυτής. Η ποιότητα της συγκεκριμένης παράστασης και η πραγματικότητα του χορευτικού γίγνεσθαι μου προσφέρουν το απαραίτητο άλλοθι γι’ αυτή μου την πρωτοβουλία. Και εξηγούμαι: ένα έργο τέχνης κρίνεται και από τη σχέση του με το χρόνο, και από αυτή την άποψη, οι «5 εποχές» δεν έχουν καμία σχέση με το εφήμερο της επικαιρότητας. Από την άλλη, ο χορός, περιορισμένος σε κοινό και οικονομικά, αρκείται σε λίγες παραστάσεις, μη έχοντας την πολυτέλεια της διάρκειας μιας θεατρικής σεζόν. Έτσι, είναι επόμενο κάποιες φορές ο σχολιασμός, να μοιάζει με τη χρονομηχανή του δρ Μίλοχ («Μπλέικ και Μόρτιμερ» – «Η σατανική παγίδα»), που ταξιδεύει τον επιβάτη / αναγνώστη του λίγο πριν, λίγο μετά.
Ας έρθουμε στο έργο του Κ. Ρήγου όμως, που χρησιμοποιεί στον τίτλο τη βασική κατάτμηση του χρόνου: φθινόπωρο, άνοιξη, καλοκαίρι, χειμώνας και 5η εποχή, δηλαδή το μέλλον (Σειρά παρουσίασης στην παράσταση). Στο σουρεαλιστικό «σύμπαν» του χορογράφου δεν υπάρχουν κυριολεξίας. Υπάρχουν όμως σχόλια που αφορούν το παρελθόν, όπως στο «Φθινόπωρο» για παράδειγμα, που παρουσιάζεται ως τόπος απουσίας, έλλειψης, θανάτου και άρνησης. Η «Άνοιξη» από την άλλη, είναι η στιγμή εισόδου στον κόσμο της πολλαπλότητας της πραγμάτωσης της ερωτικής επιθυμίας. Ένα μουντό και μελαγχολικό ντουέτο το πρώτο (Κ. Ρήγος, Μ. Γρηγορίου), με κυρίαρχη τη γυναίκα και υποτονικό, ρομαντικό σχεδόν τον άνδρα. Υπό τη διαρκή παρουσία μιας μεγάλης ζυγαριάς εμπορευμάτων και οι δύο, ένα αντικείμενο που έχει – μεταφορικά – ταυτιστεί με το μέτρημα των θετικών και των αρνητικών, του καλού και του κακού. Παρών και ο μποξέρ (Φ. Νικολάου), προσωποποίηση φανερών μαχών και κρυμμένου θυμού, που φαίνεται να ελλοχεύουν ή διαρκώς να απειλούν τις «ερωτικές σχέσεις». Στην «Άνοιξη», οι χορευτές ανέμελα δαιμονικοί, αποτραβηγμένοι λες στον δικό τους κόσμο, σαν να είχαν μόλις βγει από το πάρτι του Βόλαντ (Μ. Μπουλγκάκοφ, «Ο μετρ και η Μαργαρίτα»), περνούσαν χορεύοντας ασταμάτητα μπροστά μας, σε μια συμφωνία χορογραφίας, άψογης εκτέλεσης, κοστουμιών και φωτισμών (Ν. Δραγώνας, Κ. Παπαγεωργίου, Γ. Γιαπλές, Ρ. Κουτρουμπέλη, Ε. Τοπαλίδου, Β. Παπαχρήστου, Γ. Μάτσκαρης, Φ. Νικολάου). «Τολμηρή ιδέα», αυτό νομίζω ότι θα σκέφθηκαν οι περισσότεροι, η χρήση της μουσικής ενός μυθικού έργου («Το απομεσήμερο ενός Φαύνου»), για το «Καλοκαίρι». Παρ’ όλ’ αυτά, το εγχείρημα δεν σκόνταψε πουθενά. Παίζοντας με τη βασική ιδέα του «Φαύνου», ο Κ. Ρήγος δημιούργησε ένα θαυμάσιο έργο πάνω στη μοναξιά, την ανάμνηση και τη μοναχικότητα της ερωτικής φαντασίωσης. Εδώ ο παρελθόν χρόνος εξιδανικεύοντας στοίχειωσε τον guest – artist Δ. Παπαϊωάννου, που έδωσε μια συγκλονιστική ερμηνεία. Μαζί του σε μια σύντομη σύμπραξη, ο ταλαντούχος και ακριβής Γ. Μάτσκαρης. Στο «Χειμώνα», η δράση του οποίου ήταν τοποθετημένη στο χώρο ενός ψυχιατρείου, έκανε την είσοδο του ο επιβλητικός ρινόκερως – αναφορά στον Ιονέσκο. Τα πρόσωπα του «Χειμώνα», δηλαδή όλοι οι εκπληκτικοί χορευτές της «Οκτάνα», έδρασαν ως σύστημα που έκανε το παν για να χρησιμοποιήσει με τη μεγαλύτερη αθωότητα τις ανορθολογικές του δυνάμεις ως αποδεσμευτική δύναμη κατά των περιορισμών και των κάθε είδους κατατάξεων. ΜΕ αναρχική διάθεση, τρυφερότητα και διαρκείς ανατροπές, ο χορογράφος όχι μόνο απέφυγε τα γλυκανάλατα κλισέ που αμείλικτα καραδοκούν κοντά σε οποιαδήποτε αναφορά στην τρέλα ήτα ψυχιατρεία, αλλά έκανε και μια καίρια «Δήλωση» ενάντια στις εξομοιωτικές πρακτικές, καταθέτοντας υπέρ του δικαιώματος στη διαφθορά, ψυχική ή ερωτική. Όλα αυτά χωρίς παντομίμα, με το συμπυκνωμένο «λόγο» της κίνησης και υπό το βάρος της αφαίρεσης που αυτή επιβάλλει. Όσο για το μέλλον, ο κ. Ρήγος φάνηκε να κλίνει υπέρ της εκτροπής της παραδοσιακής χρήσης ιδεών και δεδομένων, ή της θαρραλέας ανατροπής τους. Πιο έντονη εικόνα της «5ης εποχής», τη γυναίκα σκυφτή μπροστά στο επάνω δεξιά παραθυράκι της σκηνής. Ίσως γιατί θύμισε την κατακερματισμένη «Οκτάβια» (στον ομώνυμο πίνακα του sir Roland Penrose), ταιριαστό συμπλήρωμα στη σκηνική αναπαράσταση ενός κόσμου κομματιασμένου, βίαιου.
Επενδυτής 18 Μαίου 1996
Το Χοροθέατρο «Οκτάνα» αποτελεί μία από τις ομάδες που δημιούργησαν νέο ενδιαφέρον για την τέχνη του χορού, και δη αυτή που επιδιώκει τη συνεύρεσή της με άλλες τέχνες (θέατρο, video) στη χώρα μας. Η τελευταία παραγωγή του Κωνσταντίνου Ρήγου αποτελεί μια ενδιαφέρουσα συνέχεια σε ένα χώρο με δυναμική εξέλιξης, ευφάνταστες ιδέες, αλλά έντονη τάση διακοσμητικότητας στο στήσιμό της ως σκηνικό θέαμα.
Οι «5 εποχές» είναι ένα χορευτικό θέαμα σε πέντε μέρη και μουσική των Σούμαν, Μπραμς, Ντεμπισί, Σοστακόβιτς και Αριστείδη Μυταρά. Μέρος της σκηνογραφίας και της σκηνοθεσίας αποτελούν τα αποσπάσματα από φίλμ 16mm που προβάλλονται στο βάθος της σκηνής. Ο συσχετισμός του θέματος τους με το χορευτικό μέρος δεν γινόταν πάντα αντιληπτός – πώς συνδέεται η Άνοιξη με την περιφορά του Επιταφίου και τους νέους που χορεύουν μια εξαίρετη σε ζωντάνια, σφρίγος, πυκνότητα και συνδυαστική ποικιλία, χορογραφία;
Η επιλογή των αντικειμένων ήταν αναλόγου πνεύματος: υπηρετούσε τις σκηνικές διακοσμητικές ανάγκες, αποσπώντας την προσοχή του θεατή υπέρ το δέον και επιβαρύνοντας σημειολογικά το θέμα. Πόσο αναγκαία ήταν η «σύνδεση» της ζυγαριάς που με το ζευγάρι του «Φθινοπώρου»; (Η παρουσία του μποξέρ ήταν ευτυχής και θα ήταν αρκετή);
Όσο για τον Ρινόκερο, σύμβολο που παραλόγου μέσω Ιονέσκο, ήταν τόσο ισχυρή η παρουσία του και η διακοσμητική του αξία που έκλεψε όλη την προσοχή στο μέρος του «Χειμώνα». Τα ουρητήρια του τελευταίου μέρους, της «Πέμπτης Εποχής», τι συσχετισμό επιτρέπουν να κάνουμε – εκτός από το ότι ο χορογράφος και σκηνοθέτης Κ. Ρήγος, και η ‘Αννα Γεωργιάδου και ο Κένι Μακλέλαν που επιμελήθηκαν τα σκηνικά, εζήλωσαν το κλέος του ουρητήρα του Ντισάν; Από τα πέντε μέρη η «Άνοιξη» ήταν η πιο άρτια σύνθεση και εκτέλεση συνόλου (χόρεψαν οι Ν. Δραγώνας, Ρ. Κουτρουμπέλη, Γ. Γιαπλές, Κ. Παπαγεωργίου, Γ. Μάτσκαρης, Φ. Νικολάου, Β. Παπαχρήστου και Ε. Τοπαλίδου). Αλλά η καλύτερη στιγμή ήταν, κατά την ταπεινή μας γνώμη, το «Καλοκαίρι», που χόρεψαν ο Δημητρής Παπαϊωάννου και ο Γιάννης Μάτσκαρης. Η προβολή του ανδρικού σώματος, ως γλυπτική αξία, η δωρικότητα της σκηνικής σύνθεσης (άσπρο φόντο, δύο άνδρες, μπλε καναπές) και μία απολλώνια αίσθηση του ερωτισμού, έδεσαν εξαίσια με την άψογη κίνηση των δύο χορευτών.
Ελευθεροτυπία, 1 Ιουνίου 1996
Οι εμφανίσεις του Χοροθεάτρου «Οκτάνα» αποτελούν πια γεγονός στο χορευτικό κόσμο. Ο νεαρός χορογράφος του Κώστα Ρήγος, κάτοχος του περσινού βραβείου χορού για το «Δάφνις και Χλόη», παρουσίασε τις «5 Εποχές» στο κομψά διαμορφωμένο θέατρο «Πόρτα».
Η ιδέα ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια, από το «Φθινόπωρο», μια σύντομη σύνθεση του Ρήγου, στην εκδήλωση της «Σύγχρονης Χορευτικής Έκφρασης»: «Για τη Χαρά», την πρόωρα και άδικα χαμένη χορογράφο. Βελτιώνοντας τον αρχικό πυρήνα κι επεκτείνοντάς τον ώστε να καλύψει όλες τις εποχές (συν μία Πέμπτη), που σαφώς υπαινίσσεται το μέλλον, κι ας είναι κάθε εποχή καθηλωμένη σε κάποια συγκεκριμένη χρονολογία, ο χορογράφος αποκαλύπτει ένα ώριμο ταλέντο. Οι χειρισμοί του, μέσα από τους οποίους προβάλλουν οι χορευτές – κι αυτή τη φορά κυριαρχούν απ’ αρχής μέχρι τέλους – εντυπωσιάζουν με τον πλούτο και την ευρηματικότητά τους.
Στο «Φθινόπωρο» του 1944, μουσική Σούμαν, κυριαρχεί το μεταπολεμικό συναίσθημα με τα συμβάντα στη σχέση ενός ζευγαριού (συμβολικά ζυγίζοντάς τα στην επί σκηνής ζυγαριά). Η συμβολή της κινηματογραφικής εικόνας στο μπάνιο του ζεύγους δεν ήταν απολύτως ικανοποιητική. Πραγματικό αφιέρωμα στο χορό και τη δύναμη της ζωής, με πλήθος αναφορών σε τεχνικές των Τέιλορ, Μπαλανσίν κ.ά., είναι η «Άνοιξη» του 1968 ή της Πράγας, όπως υπονοείται, σε μουσική Μπραμς, που μαζί με το «Καλοκαίρι» του 1980, αρχή της αγωνιώδους περιόδου του Aids έδωσαν το στίγμα της έμπνευσης στον Ρήγο. Συγκλονιστικός ο Δημήτρης Παπαϊωάννου, σπαράσσει πάνω στον καναπέ που τον μεταφέρει προς το λυκόφως της ζωής, μέσα από τα γεμάτα πόθο σκιρτήματα του Ντεμπισί στο «Απομεσήμερο ενός φαύνου». Καθοριστικές στην τραγικότητά τους οι σκηνές των γυμνών σωμάτων, κουλουριασμένων στο δάπεδο των λουτρών, που πρόβαλε το φιλμ.
Ο παραλογισμός του «Χειμώνα» της εποχής μας συμβολίζεται μ’ ένα τεράστιο Ιονεσκικό ρινόκερο, στο δωμάτιο ενός τρελού, σε παράλληλες, χωρίς ειρμό σκηνές, στη μουσική του Σοστακόβιτς, με τον Γιάννη Γιαπλέ προβαλλόμενο στο φιλμ.
Στην ενδιαφέρουσα του Αριστείδη Μυταρά βασίστηκε η Πέμπτη Εποχή, με τα δραματικά της αδιέξοδα, την καλπάζουσα εξέλιξη της τεχνολογίας, καθιστώντας κοσμοκράτορες πλέον αυτούς που την κατέχουν. Η δράση αποδόθηκε με πειστικότητα. Όλοι οι χορευτές, τα παλιά γνωστά ονόματα, καθώς και οι νεαρότατοι απόφοιτοι της κρατικής κυρίως σχολής επέδειξαν άριστη τεχνική κατάρτιση και άνετη σκηνική παρουσία. Τα σχεδιασμένα από τους Άννα Γεωργιάδου και Kenny Maclellan κατάλευκα σαν καπιτονέ σκηνικά πρωτοτύπησαν, ασκώντας μια παράξενη αίσθηση γοητείας στο θεατή.
Της Μίρκας Δημητριάδη – Ψαροπούλου/Ελευθεροτυπία
Συνεχίζοντας το χορευτικό απολογισμό της χρονιάς, δυσκολεύεται κανείς να αναφερθεί στο σύνολο των ελληνικών ομάδων, μια και αυτές υπερβαίνουν τις σαράντα. Γι’ αυτό να μας συγχωρηθούν κάποιες περιθωριακές ή μη παραλείψεις.
Δικαιωματικά κρατά τα σκήπτρα η «Οκτάνα» με δύο άκρως ενδιαφέροντα έργα του ταλαντούχου νεαρού ιδρυτή της Κώστα Ρήγου: τις «5 Εποχές» που παρουσίασε την άνοιξη, και το πρόσφατο «Ξενοδοχείον Ορφέας», επιβεβαιώνοντας τη φήμη, όχι μόνο της πιο καλλιτεχνικής, αλλά και της πιο παραγωγικής ομάδας.