Κυανοπώγων

Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών
SHARE THIS

Εικόνες ενός ερωτικού παραλογισμού. Ένα επικίνδυνο παιχνίδι των προσωπικών στιγμών, των επικίνδυνων μυστικών. Σκηνές χιούμορ που μετατρέπονται σε εφιάλτη. Ανθρωποι με γυναικείες μορφές περιπλανιούνται στο μυαλό και την ψυχή του Κυανοπώγωνα, αγνοώντας τα όρια και τους κανόνες. Η μανία για γνώση και η ουτοπία του έρωτα προκαλούν την καταστροφή. Μια ερωτευμένη γυναίκα αναζητά και ανακαλύπτει. Δωμάτια-παγίδες, φοβίες τυλιγμένες σε αστραφτερό περιτύλιγμα, εικόνες από όνειρα και εφιάλτες. Μια σύγχρονη χορογραφική εκδοχή της ιστορίας του Κυανοπώγωνα βασισμένη στο γνωστό παραμύθι του Περό. Η σκοτεινή μορφή του Δούκα που δολοφονεί τις γυναίκες του, ο τρόμος που κρύβεται μέσα στον καθένα σε ένα χορευτικό-εικαστικό υπερθέαμα.

Χορογραφία / Σκηνοθεσία:

Κωνσταντίνος Ρήγος

Μουσική:

Δημήτρης Κουρτάκης

Σκηνικά / Κοστούμια:

Διονύσης Φωτόπουλος

Φωτισμοί:

Ανδρέας Μπέλλης

Βοηθός χορογράφου:

Αmalia Bennett

Βοηθός σκηνογράφου:

Στέλλα Ρότσιου

Χορεύουν:

Τάκης Αργυρόπουλος, Μαρλέν Βερσιούρεν, Αφροδίτη Γεωργιάδου, Δημήτρης Ιορδανίδης, Κατερίνα Κερβανίδου, Γιάννης Μάρτος, Αμάλια Μπένετ, Σπύρος Μπερτσάτσος, Έλενα Τοπαλίδου, Δημήτρης Τσιαπκίνης, Πένυ Χριστοπούλου

Παραγωγή:

Χοροθέατρο Κ.Θ.Β.Ε.

Παράστασεις:

ΕΘνική Λυρική Σκηνή Μάιος 2001 – Αθήνα
χορευτές από το Χοροθέατρο Κ.Θ.Β.Ε.
Κώστας Γεράρδος, Κατερίνα Κερβανίδου, Πένυ Χριστοπούλου, Marlen Versiouren, Γιάννης Μάρτος, Δημήτρης Ιορδανίδης, Αφροδίτη Γεωργιάδου, Σοφία Στέργου
από το Χοροθέατρο Οκτάνα
Έλενα Τοπαλίδου, Amalia Bennett, Στάθης Μερμίγκης, Κωνσταντίνος Ρήγος

Reviews
Εκθαμβωτικός κυανοπώγων - μια υπερπαραγωγή

Του Ανδρέα Ρικάκη/Καθημερινή

Μια σπονδυλωτή χορευτική παράσταση ελλοχεύει πάντα κινδύνους. Ο κ. Ρήγος έχει αποδείξει ότι συνήθως τους ξεπερνά («Πέντε Εποχές», «Ρινγκ»). Όχι όλους στον εκτυφλωτικό «Κυανοπώγωνα», τελευταία συνεργασία της ομάδας του Οκτάνα με το Χοροθέατρο ΚΘΒΕ. Ο σε άπταιστα αγγλικά μονόλογος της έναρξης και η ανατροπή του φινάλε (όπου μια απολαυστική τραβεστί – Κ. Γώγος – επιδίδεται σε μπούγκι – γούγκι με τέσσερις χορευτριούλες σε τραγουδάκι των Άντριου Σίστερς που ήταν τρεις) περιλαμβάνονται στα αμφισβητήσιμα αυτής της πρότασης. Στο ενδιάμεσο επισκεπτόμαστε τα απροσδόκητα δώματα των αποδημησάντων (;) συζύγων του ήρωα χωρίς αφηγηματική ανέλιξη ή suspense, αλλά με απροσδόκητη δραματικότητα έκαστο.

Το ΚΘΒΕ άνοιξε τα ταμεία του στον Κυανοπώγωνα και συγχαρητήρια στη διεύθυνση που ενέκρινε τα κονδύλια! Το πολυθέαμα – super spectacle – αποτελεί, πληροφορούμεθα την ακριβότερη παραγωγή του μετά την κατά Παπαϊωάννου «Ξενάκη Ορέστεια» και τις κατά Μπέρκοφ «Βάκχες» (που, όμως, παρουσιάστηκαν στην Επίδαυρο). Δεν είναι το χρήμα που εξασφαλίζει το υπερθετικό θέαμα ή φέρνει την ποιοτική επιτυχία, η άνεση, όμως, παίζει τον αναμφισβήτητο ρόλο της, κι έτσι οι τέσσερις συνεργάτες λειτούργησαν, προφανώς, αμέριμνα.

Τα αποτελέσματα της δουλειάς τους καταγράφονται στα λίγα υπερθετικά γεγονότα της καθολικότερης πορείας μισού αιώνα έντεχνου αιώνα στην Ελλάδα. Τιμές στον Δ. Φωτόπουλο – που υπήρξε κινητήρια, αν όχι σαρωτική, δύναμη ξεπερνώντας ευατόν σε έμπνευση (σκηνικά, κοστούμια, βίντεο). Το εικαστικό μέρος (Performance Art;) μπορεί κάποιες φορές να «κατάπινε» την κίνηση, όμως ο Ρήγος βρέθηκε σε υψηλά χορογραφικά – σκηνοθετικά μήκη και κρίνεται υπεράξιος στο τελικό αποτέλεσμα.

Έπαινος στο νεαρό Δ. Κουρτάκη (ηχητική εικόνα) που σκάρωσε μια «παρτιτούρα» όπου Σούμπερτ, Μπάρτοκ, Βέρντι, Μπεργκ, Πουτσίνι, Κάγκελ μεταλλάχτηκαν, όπερες και τραγούδια έπαιρναν τη φωνή μιας Κάλλας, μιας Γκάλας ή μιας Χόλιντεϊ. Απίστευτο! Τα οράματα Φωτόπουλου – Ρήγου απογειώθηκαν από τον Α. Μπέλλη (φωτισμός, εικονοληψία) στο ύψος του πάντα.

Οι έντεκα χορευτές, άψογα συντονισμένοι στο στίγμα του χορογράφου (στην αποθέωση του ειδικού του στιλ) σκόρπισαν αγγέλους. Αν οι τόσο καλοί Γ. Μάρτος και Σ. Μερμήγκης «ρίχτηκαν» στη διανομή, οι κυρίες Χριστοπούλου, Μπένετ και Βερσιούρεν με τον Δ. Ιορδανίδη («Θησαυρός», «Σφαγείο» και «Ηλιοτρόπια» αντίστοιχα) υπήρξαν υπέροχες. Θεές η Ε. Τοπαλίδου («Κοντσέρτο») και Κ. Κερβανίδου (που τιθάσευσε και μια τόσο αντι-χορευτική τουαλέτα στα «Όπλα»!). Αν «Ο Μυστικός Κήπος» αποτελούσε την αποθέωση του εικαστικού design και της χορο-δραματικής έξαρσης, αποκαλυπτικά υπήρξαν όλα τα ταμπλό, όπως τα παρακολουθήσαμε στην προ-γενική, τη γενική και την πρεμιέρα (Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών 30. 31/3). Α, ναι: Κυανοπώγων, ο Κώστας Γεράρδος, ο έξοχος!

Η καυτή ανάσα της show biz

Tης Κλημεντίνης Βουνελάκη/Δίφωνο

Χωρίς να εγκαταλείπει τις γνώριμες εμμονές του, ο Κωνσταντίνος Ρήγος χορογραφεί και σκηνοθετεί – σε συνεργασία με το Διονύση Φωτόπουλο ως προς τη σκηνική σύλληψη – ένα παραμύθι. Όμως ο ωμός ρεαλισμός της μετατρέπει την παράσταση σε μια δυσοίωνη αλληγορία – όχι μόνο για το μέλλον του έρωτα αλλά και του χορού ως θεάματος.

Η παραγωγή του Χοροθεάτρου του ΚΘΒΕ Κυανοπώγων (που σχεδιάζεται να μεταφερθεί και σε αθηναϊκή σκηνή τη νέα καλλιτεχνική σεζόν) παρουσιάστηκε στο θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, από τις 31 Μαρτίου ως τις 16 Απριλίου, σε χορογραφία Κωνσταντίνου Ρήγου, σκηνικά και κοστούμια του Διονύση Φωτόπουλου, ηχητική εικόνα του Δημήτρη Κουρτάκη και φωτισμούς του Ανδρέα Μπέλλη. Πήραν μέρος ο χορευτές του Χοροθεάτρου του ΚΘΒΕ: Κώστας Γεράρδος, Κατερίνα Κερβανίδου, Μαρλέν Βερσιούρεν, Γιάννης Μάρτος, Πένυ Χριστοπούλου, Δημήτρης Ιορδανίδης, Σοφία Στέργου και Αφροδίτη Γεωργιάδου. Από το Χοροθέατρο Οκτάνα συμμετείχαν οι: Έλενα Τοπαλίδου, Αμάλια Μπένετ, Στάθης Μερμήγκης και Λένα Κιτσοπούλου.

Το ομότιτλο παραμύθι του Σαρλ Περρώ (1628 – 1703) ενέπνευσε τον συνθέτη Μπέλα Μπάρτοκ (1881 – 1945) να υπογράψει την όπερα Ο πύργος του (δούκα) Κυανοπώγωνα, πάνω στο λιμπρέτο της οποίας στήριξε τη χορογραφική του εκδοχή ο Κωνσταντίνος Ρήγος, στην πρώτη του συνεργασία με τον σκηνογράφο Διονύση Φωτόπουλο που υπογράφει το εικαστικό περιβάλλον της παράστασης (σκηνική σύλληψη και κοστούμια).

Ο Κυανοπώγων, σκοτεινή αλληγορία για την ανικανότητα να αγαπήσεις και να αγαπηθείς, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον στις μέρες μας, με δεδομένη τη συγκρουσιακή σχέση των δύο φύλων. Η Ιουδήθ, τελευταία σύζυγος του μυστηριώδους δούκα, φθάνει στον πύργο του και αυτός της δίνει επτά κλειδιά, που καθένα τους ανοίγει μια πόρτα. Οι πόρτες οδηγούν σε επτά δωμάτια – παγίδες: των βασανιστηρίων, των όπλων, του κρυμμένου θησαυρού, του μυστικού κήπου, του ηλιόφωτου τοπίου, της λίμνης των δακρύων. Η έβδομη πόρτα, που ανοίγει παρά τη θέληση του δούκα, αποκαλύπτει τα πτώματα των προηγούμενων συζύγων του. Και τότε μόνο φθάνει στο σημείο να καταλάβει η Ιουδήθ τι της επεφύλασσε η μοίρα.

Ο Κωνσταντίνος Ρήγος και σε αυτήν τη σύγχρονη «ανάγνωση» ενός μύθου – με το δυναμικό του χοροθεάτρου Θεσσαλονίκης, εμπλουτισμένο με την πρωταγωνίστρια της Οκτάνας Έλενα Τοπαλίδου, τη βασική συνεργάτιδα του χορογράφου Αμάλια Μπένετ και δυο ακόμα μέλη της ομάδας του – υπογράφει εκ νέου ένα υπερθέαμα. Η χοροθεατρική του γλώσσα φλερτάρει με τα στερεότυπα της σόου μπίζνες και την αγοραία ρητορική της, ενώ παραθέτει και τις γνώριμες δικές του εμμονές. Η μια σκηνή διαδέχεται την άλλη σε ένα κολάζ οπτικοποιημένων δρώμενων, με συνδετικό υλικό βίντεο προβολές από γκρο πλάνα βίαιων ερωτικών περιπτύξεων, όπου το λαχάνιασμα και οι ανάσες σε μεγέθυνση ανακαλούν στιγμές αγωνίας πιο κοντά στον εφιάλτη παρά στο όνειρο. Ο ωμός ρεαλισμός διαπερνά και ολόκληρη τη σκηνική σύλληψη – το δωμάτιο του θησαυρού θυμίζει το Σαρλό του Πιέρ Πάολο Παζολίνι στην κυριαρχία του πλαστικού, του σύγχρονου υλικού μόνωσης του συναισθήματος, ο μυστικός κήπος είναι ένα σφαγείο με τσιγκέλια, ομοιώματα αγελάδας σε φυσικό μέγεθος και πάγκους νεκροτομείου. Όλα κατασκευασμένα με εξαιρετική ακρίβεια και πιστότητα, στοχεύουν στην πρόκληση των αισθήσεων και πρωτίστως, στην υπερδιέγερση του αμφιβληστροειδούς. Το εικαστικό υπερθέαμα, πληθωρικό, με υπερβολές στα όρια του γκροτέσκου, υπερκαλύπτει το αμιγώς χορευτικό δρώμενο. Στο τέλος, ο θεατής αισθάνεται χαμένος σε ένα δάσος από οπτικά σύμβολα, με τις προσλαμβάνουσες να μην είναι σε θέση να αφομοιώσουν έναν τόσο υπερτροφικό κώδικα. Ουσιαστική εξαίρεση στον κανόνα αυτής της ανισορροπίας αποτέλεσε το σόλο της Έλενας Τοπαλίδου στο δωμάτιο – λίμνη των δακρύων, σε μια αριστουργηματική ερμηνεία, γεμάτη εσωτερικότητα και με την απαιτούμενη δραματική ένταση, αναδεικνύοντας κατά τον καλύτερο τρόπο τις νέες κινητικές αναζητήσεις του χορογράφου, που απομακρύνονται από το στυλιζάρισμα της φόρμας.

Σε μια τέτοια σχοινοβασία ανάμεσα στο «κατασκευασμένο θέαμα» και στο αναγκαίο και καλλιτεχνικά ουσιώδες, ξεχώρισαν επίσης τα σόλο του Κώστα Γεράρδου (Κυανοπώγων) – χαρισματικός άνδρας χορευτής από το δυναμικό του Χοροθεάτρου του ΚΘΒΕ – καθώς και η χορογραφία του ομαδικού των γυναικών στη σκηνή του ψυχιατρείου.

Χρειάζεται άραγε μια σκηνική αναπαράσταση να απευθύνεται στο κοινό μέσω της εξωστρεφούς υπερβολής και του κραυγαλέου, εγκαταλείποντας οριστικά τις έννοιες της ποιητικής οικονομίας, της λιτότητας και όποιου άλλου τρόπου σχετικού με τα ημιτόνια των αισθήσεων; Αν το σόλο της Έλενας Τοπαλίδου σηματοδοτεί τη διάθεση του χορογράφου για αλλαγή στη γραμματική και το συντακτικό της κίνησής του, με ορατή την αμφισβήτηση του νεοκλασικού λεξιλογίου, από κει και πέρα ξεκινά η γόνιμη αναζήτηση. Η εμβέλεια άλλωστε της γλώσσας της κίνησης είναι σχετική με την πυκνότητα της ενέργειας που μεταφέρει – και, στην περίπτωση του Κωνσταντίνου Ρήγου, η απαλλαγή από τα περιττά προβάλλει ως αναγκαία.

Κυανοπώγων

Του Αντώνη Κούφαλη/Service

Το ΚΘΒΕ παίρνει όλα τα ρίσκα και αναθέτει στον Κωνσταντίνο Ρήγο της «Οκτάνας» να συνθέσει, να σκηνοθετήσει και να χορογραφήσει ένα μεγάλο θέαμα με ήρωα τον «Κυανοπώγωνα», τον σκοτεινό πρίγκιπα που δολοφονούσε τις ερωμένες του, αφού της οδηγούσε στο απόγειο της ηδονής. Το αποτέλεσμα είναι το πιο γοητευτικό και ακραίο θέαμα της χρονιάς που μεταβάλλει την Θεσσαλονίκη σε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα και μητρόπολη των τεχνών, αφήνοντας στην Αθήνα ένα ελάχιστο κατακάθι.

Ποιος είναι ο Ρήγος

Τον ξέρουμε και τον αγαπάμε σαν δημιουργό και εμψυχωτή της ομάδας χοροθεάτρου «Οκτάνα». Έχει τιμηθεί με πλείστες όσες διακρίσεις, έχει καθιερωθεί σαν ένα από τα δύο κορυφαία ταλέντα της χώρας σε αυτό το καινούριο σε μας μικτό είδος τέχνης που συνδυάζει το χορό με το θέατρο, πάνω από όλα όμως είναι ο άνθρωπος που μαζί με τον Παπαϊωάννου της «Ομάδας Εδάφους» έφεραν την χώρα στην διεθνή θεατρική σκηνή, ανταγωνιζόμενοι με σθένος και απίστευτο κύρος τα καλύτερα ευρωπαϊκά συγκροτήματα.

Η πιο προσωπική δουλειά – κρίνουμε – είναι το «Ξενοδοχείο Ορφέας» που θα άξιζε να επανέλθει στο προσκήνιο για τους καινούριους θαυμαστές της Οκτάνας. Ο «Κυανοπώγων» είναι η τελευταία του δουλειά, συνεργασία με το τολμηρό ΚΘΒΕ και τον Διαγόρα Χρονόπουλο, όπου συμμετέχει ένα μέρος της δικής του ομάδας, ενώ τη βάση αποτελούν χορευτές από το μπαλέτο της Θεσσαλονίκης με την συνεργασία δύο ηθοποιών.

Το έργο.

Ο Ρήγος δηλώνει ότι την βάση αποτελεί η όπερα του Μπέλα Μπάρτοκ «Ο πύργος του Κυανοπώγωνα». Ο θεατής όμως πολύ γρήγορα διαπιστώνει ότι αυτό είναι απόλυτα προσχηματικό και η βάση βρίσκεται στα αποθεματικά του σκηνοθέτη – χορογράφου.

Η δομή άλλωστε της παράστασης δεν έχει στηριχθεί στον Μπέλα Μπάρτοκ, αφού ένα πλούσιο όσο και αντίρροπο μουσικό χαλί απλώνεται στα πόδια μας, συνδυάζοντας την Μπίλυ Χολιντέη με τον Πουτσίνι και τον Δημήτρη Κουρτάκη με τον Ρίχαρντ Στράους.

Όλο το έργο έχει δομηθεί κατά την άποψη μας, πάνω στην αγριότητα του έρωτα και την απόλυτη μοναξιά του άνδρα. Ο ήρωας, βιώνει την σκληρότερη διαπίστωση του ανθρώπου που έχει διαγνώσει την φυσική ευφυΐα του. Ότι δηλαδή είναι μόνος.

Ο Κυανοπώγων χρησιμοποιεί την σεξουαλική πράξη για να ξεπεράσει τα φαντάσματά του. Η γυναίκα στον δικό της ρόλο, παίζει ένα παιχνίδι που δεν ενώνει τους βιορυθμούς τους. Κάθε φόνος εμπεριέχει την οδύνη, αλλά και την ανάγκη του Κυανοπώγωνα να κρυφθεί πίσω από ένα γυναικείο ρούχο και μια μάσκα. Οι άνθρωποι άλλωστε γύρω του εφαρμόζουν το παιχνίδι του σεξ σε μονόπλευρες λογικές. Πλαστικές κούκλες που φουσκώνουν και ξεφουσκώνουν αντικαθιστούν την ανθρώπινη πλευρά της γενετήσιας πράξης και καταλήγουν στα σκουπίδια σαν προφυλακτικά μιας χρήσης.

Σε ένα ανατριχιαστικό σφαγείο, η δολοφονία μιας γυναίκας μετά ένα άγριο σεξ, αποκτά τις διαστάσεις μιας ξέφρενης παραφοράς, που μοιραία οδηγεί τους ανθρώπους σε άσυλο ψυχασθενών. Εκεί πάλι η λογική των πραγμάτων εμπεριέχεται στην απόλυτη ελευθερία των ανθρώπων να κραυγάσουν την διαφορετικότητά τους. Σε μια καταλυτική σκηνή ανθολογίας, ο μοιραίος μοναχικός ήρωας ενδύεται τα ρούχα των ηρωίδων και μεταλλάσσεται σε θηλυκό.

Σαν φάρσα μια εντυπωσιακή μετάλλαξη της «Ντηβάιν» με μικρόφωνο στο χέρι μας προσγειώνει στον κόσμο του θεάματος, όπου το άφυλο φαντάζει ελαφρύ και η αβάστακτη ελαφρότητα του είναι μετατρέπεται σε θέμα της σόου μπίζνες.

Η έλλειψη κειμένου και ο πλούτος των εικόνων αφήνει ανοιχτές ερμηνείες και εκδοχές.

Είναι φανερό όμως ότι η βαθιά, καθοριστική μοναξιά του καιρού, η έλλειψη επικοινωνίας των ανθρώπων, ο πόνος που εμπεριέχεται στην διαφορετικότητά τους και η λύτρωση του αίματος ορίζουν τον κύριο κορμό του έργου, που θέλει να είναι (και το δείχνει) διαφορετικό.

Η παράσταση.

Ο Κωνσταντίνος Ρήγος υπογράφει την παράσταση της χρονιάς και το ΚΘΒΕ πρέπει να νιώθει περήφανο για την επιτυχία του – κατάμεστο το θέατρο βράδυ της Παρασκευής, ξέχειλο από ένα κοινό που στην πλειοψηφία του δεν υπερβαίνει τα 25 με 30.

Ο δημιουργός (σκηνοθέτης και χορογράφος) έχει συνθέσει ένα πολύμορφο θέαμα και ακρόαμα, όπου η βία, το σεξ, η οδύνη και η παραφορά ορίζουν το βίο του ανθρώπου. Από τα δωμάτια των επιθυμιών θα περάσουμε σε ένα ανατριχιαστικό σφαγείο, σε ένα δάσος που σημαίνεται από ηλεκτροφόρα σώματα για να καταλήξουμε σε ένα ψυχιατρείο, όπου η απελευθέρωση του εγώ μας ξαναγυρίζει στα αρχικά αδιέξοδα.

Η παράσταση κυριαρχείται από μια εικαστική παραφορά δια χειρός Διονύση Φωτόπουλου. Ο σπουδαίος αυτός καλλιτέχνης με τους χώρους που σχεδίασε, δίνει στο σκηνοθέτη – δημιουργό την ευκαιρία να απελευθερώσει τις δυνάμεις του. Κάθε σκηνικό συντελεί μια αυτόνομη εικαστική παρέμβαση και δημιουργία. Η όψη αποκωδικοποιεί τις σκοτεινές πλευρές της ιδέας του Ρήγου και απογειώνει το θεατή μέσα σε ένα κλίμα ανακούφισης. Η καλύτερη δουλειά της δεκαετίας σηματοδοτεί τον αιώνα που ήρθε. Με τον Φωτόπουλο γινόμαστε περήφανοι ευρωπαίοι.

Ο Ανδρέας Μπέλης με τους φωτισμούς και τις κινηματογραφικές εικόνες και ο Κουρτάκης με τους ήχους του επιβεβαιώνουν ότι η μεγάλη σύλληψη απαιτεί καλλιτέχνες πρώτης γραμμής για να αναπτυχθεί. Εδώ έχουμε το ζενίθ της δημιουργίας.

Η ένταση θα αφορούσε την αμήχανη πρακτική του Ρήγου στο φινάλε του ψυχιατρείου. Είναι εμφανές ότι δεν βοηθήθηκε με επάρκεια από το ανθρώπινο δυναμικό που διέθετε. Ο θεατής των υψηλών καύσεων νιώθει την ανασφάλειά του για περισσότερα από δέκα τελευταία λεπτά. Δυο καλλιτέχνες που διέθετε η ομάδα ως ηθοποιούς, ο σκηνοθέτης τους μετέβαλε σε ακραία όργανα επιβολής των θέσεών του. Οι θεατές γνωρίζουν δυο ταλέντα, τον Κώστα Γεράρδο (που λίγο καιρό πριν μας είχε εντυπωσιάσει στην παράσταση των Νέων Μορφών) και την Λένα Κιτσοπούλου, από το Θέατρο Τέχνης. Ήρθαν στο θέατρο και θα μείνουν.

Αποτέλεσμα.

Το θέατρο ανοίγεται, τα γεγονότα έρχονται μέσα από τέτοια σχήματα και προτάσεις. Ένα μήνυμα που οφείλουμε όλοι να εισπράξουμε.

Προλαβαίνουμε ξανά;

Όχι, τουλάχιστον για τώρα. Αργότερα βλέπουμε. Άλλωστε αυτά τα σχήματα ακούμε ολοένα και συχνότερα να δρέπουν δάφνες στην Ευρώπη και να ταράσσουν τις πρωτεύουσες του πολιτισμού.

Κυανοπώγων κριτική χορού

Της Νατάσσας Χασιώτη/Η Αυγή, 14 Μαΐου 2000

Τον «Κυανοπώγωνα», το σκοτεινό παραμύθι του Perrault, χορογράφησε ο Κωνσταντίνος Ρήγος για το Χοροθέατρο Θεσσαλονίκης, με τη συμμετοχή χορευτών της ομάδας του, του Χοροθεάτρου Οκτάνα. Η περίπλοκη νοηματικά ιστορία του «διαφορετικού» άνδρα με τα μπλε (!) γένια, που σκοτώνει μυστικά τις συζύγους του και παραμένει ατιμώρητος μέχρι τη «μοιραία» συνάντησή του με την τελευταία του γυναίκα έχει αποτελέσει «ιδανικό πεδίο» φεμινιστικών ερμηνειών. Η αλήθεια είναι ότι μοιάζει πολύ «γυναικοκεντρικός», και ίσως πολλοί ήδη γνωρίζετε την περίφημη και συναρπαστική χοροθεατρική εκδοχή της Pina Bausch. Ο (εκ)φοβιστικός μύθος, λοιπόν, δεν αφήνει πολλά περιθώρια «αυτοσχεδιασμού»: ή θα ακολουθήσει κανείς τον δρόμο της θηλυκής φαντασίωσης όπως εκφράζεται από τις σκέψεις και πράξεις της ηρωίδας ή θα ακολουθήσει την αυθόρμητη οδό της ταύτισης με την ανάγκη τιμώρησης του Κυανοπώγωνα.

Ο Κ. Ρήγος «εφηύρε» τον τρίτο δρόμο της αποστασιοποίησης και περιγραφής των «γεγονότων». Τα γοητευτικά «Δωμάτια» που κρύβει ο πύργος/νους του ήρωα αλλάζουν τις σχέσεις, τη φυσιογνωμία, τον ψυχισμό εκείνων που τα περιδιαβαίνουν. Άλλα φωτεινά, άλλα εφιαλτικά και σκοτεινά, όλα όμως γοητευτικά όπως η επιθυμία της ηρωίδας να αποκαλύψει τα μυστικά τους. Οδηγημένη από μια τυραννική επιθυμία πέρα από φόβο, έλεγχο και λογική, η γυναίκα αδιαφορεί για τον κίνδυνο και τη φρίκη, θέλοντας να «δει», να «γνωρίσει». Ο Ρήγος έχει μια «έμφυτη» ικανότητα να αναγνωρίζει τους μύθους που του δίνουν την ευκαιρία να σχολιάσει την ερωτική επιθυμία. Φτάνει ταχύτατα στην «καρδιά» του πράγματος, προσπαθώντας να του δώσει σκηνικά προκλητική μορφή. Οι αναφορές του είναι παρμένες από ερωτικές πρακτικές που μέσα στο glamour των κοστουμιών και τη συσχέτισή του με τη μόδα (που πάει να του γίνει έμμονη ιδέα τελευταία) είναι βίαιες, τραχιές, συχνά φανερά μακριά από την ωραιοποιημένη αναπαράσταση της ερωτικής συνεύρεσης από την πλειοψηφία των χορογράφων, των Ελλήνων τουλάχιστον.

Ο «Κυανοπώγων», χορογραφημένος μέσα από θαυμάσια σκηνικά και κοστούμια του Δ. Φωτόπουλου και με την πολύ επιτυχημένη μουσική επιμέλεια του Δ. Κουρτάκη, ήταν μια ιδιαίτερα γοητευτική παράσταση. Ιδιαίτερα αξίζει να αναφερθεί η εξαιρετική σκηνή του τρίτου δωματίου το «Σφαγείο», που θύμισε συνέχεια του «Ίκαρου». Περισσότερο σ’ αυτή την παράσταση (όπου ώρες – ώρες το σκηνοθετημένο S & M θύμιζε φωτογραφίες του Χέλμουτ Νιούτον), όπου όλοι οι χορευτές ήταν πράγματι άψογοι, έλαμψε ο Κώστας Γεράρδος του Χοροθεάτρου Θεσσαλονίκης, αλλά και η Πέννυ Χριστοπούλου, ειδικά στη θαυμάσια σκηνή τους στο μπάνιο (εκεί δεν είναι που σηκώθηκαν και έφυγαν σοκαρισμένοι κάποιοι θεατές λέγοντας «αίσχος»;). Κάποια προβλήματα διάρκειας πρέπει επίσης να αναφερθούν (περισσότερο εμφανή στο σόλο της Κατερίνας Κερβανίδου ή τη διάρκεια της προτελευταίας σκηνής). Θα ήταν ευχής έργο αυτή η πρωτοφανής για το μέγεθός της (σκηνικά, χορευτές, μουσική, χορογραφία) για τα χορευτικά χρονικά της Ελλάδας, παράσταση να έρθει και στην Αθήνα.

Φαντασμαγορικός Κυανοπώγων

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη/Ελευθεροτυπία

Με βάση το γνωστό παραμύθι αλλά και την όπερα του Μπέλα Μπάρτοκ, γύρω από τον περιβόητο «Κυανοπώγωνα», που μόλις παντρευόταν σκότωνε τις νύφες του, ο Διονύσης Φωτόπουλος και ο Κωνσταντίνος Ρήγος έφτιαξαν ένα εντυπωσιακό, φαντασμαγορικό, πλούσιο σε εμφάνιση, αλλά και σε χορευτικές πρωτοτυπίες, χορόδραμα που παρουσιάζεται αυτές τις μέρες στην Κεντρική Σκηνή (ΕΜΣ) του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδας. Εκείνο που αμέσως ξεχωρίζει στην παράσταση που είδαμε, είναι η τεράστια, σίγουρα πολύ δύσκολη δουλειά που έκαναν όλοι οι συντελεστές για να δώσουν ένα θέαμα που μπορεί άνετα να σταθεί πλάι σε σύγχρονα ξένα χοροδράματα. Ακολουθώντας το δρόμο που άνοιξαν χορογράφοι όπως ο Τζερόμ Ρόμπινς, ο Κωνσταντίνος Ρήγος έστησε μια αρκετά συναρπαστική χορογραφία, χωρίζοντας το έργο σε διάφορα «κεφάλαια», από τα οποία ξεχωρίσαμε «Το ηλιόφωτο τοπίο», το «Μυστικό κήπο» (μ’ ένα ιδιαίτερα συγκλονιστικό «Σφαγείο») και το «Δωμάτιο των βασανιστηρίων» (μαζί με τον υποβλητικό του «Θάλαμο»). Στην όλη θαυμάσια εντύπωση συνέβαλαν τα εμπνευσμένα σκηνικά και κοστούμια του Διονύση Φωτόπουλου (μαζί κι ένα βίντεο που συνδέει, συχνά σχολιάζοντας, τις επιμέρους σκηνές), καθώς και οι εύστοχες μουσικές επιλογές (από Μπάρτοκ, Πουτσίνι, Σούμπερτ μέχρι Ρίχαρντ Στράους, Μπίλι Χολιντέι και Δημήτρη Κουρτάκη). Ικανοποιητικοί όλοι οι χορευτές, μ’ επικεφαλής τον Κώστα Γεράρδο (Κυανοπώγων) και τη Λένα Κιτσοπούλου (Ιουδήθ). Ένα σπάνιο, αξιέπαινο για το ΚΘΒΕ θέαμα, που βλέπεται με ιδιαίτερη απόλαυση και που ελπίζουμε να βρεθεί τρόπος για να μεταφερθεί και στην Αθήνα.

Χορός εντυπώσεων

Της Μίρκας Δημητριάδη – Ψαροπούλου/Ελευθεροτυπία, 2 Μαΐου 2000

Ακόμα και στις άτυχες περιπτώσεις οι χορογραφίες του Κώστα Ρήγου είναι πάντοτε εντυπωσιακές. Αυτή όμως τη φορά ο παράγοντας «εντύπωση» ήταν στα σκηνικά, δημιουργήματα της εξαιρετικής έμπνευσης του Διονύση Φωτόπουλου, που λάμπρυναν την παράσταση του «Κυανοπώγωνα», που ανέβασε το Χοροθέατρο του ΚΘΒΕ στις 31 Μαρτίου 2000, στη συμπρωτεύουσα, που αναπτύσσεται ραγδαία εκπολιτιστικά. Το μορφικό και δραματικό ενδιαφέρον που αναμοχλεύει η δράση του γαλλικού μύθου για το μανιακό δολοφόνο των συζύγων του αποτελεί μοιραία μια «απωθητική έλξη» και πρόκληση για το θεατή. Κι ο τρόπος που δομήθηκε το έργο από τον Κώστα Ρήγο, μ’ έναν πρόλογο και εφτά δωμάτια – εικόνες, έδωσε την ευκαιρία στο σκηνογράφο ν’ αποδώσει τόσο εντυπωσιακά την εικαστική «αφήγηση» και προβολή ενός μύθου, που έγινε ζωντανό παράδειγμα σε αρκετούς μανιακούς δολοφόνους.

Η ψυχολογική προετοιμασία του θεατή γίνεται με φρικιαστικές κραυγές τρόμου και πόνου, γέννημα της τραγικής μοίρας του θνητού κι ευαισθησίας τα’ ανθρώπου, για ν’ ακολουθήσουν οι δύο πρώτες εικόνες στην περιήγηση του Κυανοπώγωνα με την Ιουδήθ, ενώ από τα δύο τεράστια παράθυρα στη σκηνή διαφαίνεται η ομορφιά ενός κήπου στο «ηλιοφώτιστο τοπίο», με τα’ ανθρώπινα ηλιοτρόπια, γυμνά γυναικεία σώματα, στην κακοποίηση των οποίων συχνά βρίσκει διέξοδο το λίμπιντο ψυχοπαθιασμένων ανδρών, κι ο «θησαυρός» με τις φουσκωτές κούκλες και μια ημίγυμνη λικνιζόμενη ξανθιά, σ’ ένα κόκκινο σαν αίμα δωμάτιο.

Στο μακάβριο τρίτο δωμάτιο – εικόνα, το σφαγείο με τα σφαχτάρια στα τσιγκέλια και δύο ξαπλωμένες γυναίκες με κεφάλια βοδιού. Και η νοσηρή φαντασία του θνητού συμπληρώνεται με το χορό των εφτά χορευτών με γκρι ταγέρ και κόκκινες γόβες.

Δύο υπέροχα σκηνικά σε μαύρο φόντο για «το δωμάτιο των όπλων» με κόκκινες φωτεινές ράβδους σε ασύμμετρα σχήματα και για τη «λίμνη των δακρύων» με άφθονα πολύφωτα με κεριά, ενώ ακούγονται αποσπάσματα από άριες της «Τόσκα» του Τζ. Πουτσίνι. Στις επόμενες δύο σκηνές το «Δωμάτιο των βασανιστηρίων» και οι «Μνήμες» παρουσιάζονται επί σκηνής σε εικόνες παρανοϊκές, ένα πλήθος καρέκλες γύρω γύρω μ’ ανθρώπους απελπισμένους με ξεκούμπωτα ρούχα ώστε να φαίνονται τα εσώρουχα, που πηγαινοέρχονται ξέφρενοι με τον Κυανοπώγωνα στη μέση με μπουρνούζι, τέσσερις ανάπηρους σε καροτσάκια και τέσσερις χορεύτριες σ’ ένα έξαλλο μπούγκι-βούγκι, στους ήχους του τραγουδιού μιας γραφικής χοντρής τραγουδίστριας.

Δεν έλειψε και η σκηνή της μπανιέρας με το γυμνό ζεύγος, όπως και πολλά ωραία μουσικά αποσπάσματα των Μπέλα Μπάρτοκ, Φραντς Σούμπερτ, Λουτσάνο Μπέριο, Ρίχαρντ Στράους, Λουίτζι Κερουμπίνι, Τζουζέπε Βέρντι και άλλων μεγάλων μουσικών, που με το Διονύση Φωτόπουλο στα σκηνικά, (σαν ακριβά υλικά που φτιάχνουν το κανταΐφι από την απλή ζύμη του), ολοκλήρωσαν και ανέβασαν την φόρμουλα της δουλειάς του Κώστα Ρήγου, του οποίου δεν αμφισβητείται διόλου το αυθεντικό και δημιουργικό ταλέντο, που το σπαταλά όμως συχνά σ’ εντυπωσιασμούς, χωρίς σοβαρότερη προσπάθεια και κόπο.

Θαυμάσιο το χορευτικό δυναμικό του ΚΘΒΕ, μ’ επικεφαλής τους Κατερίνα Κερβανίδου, Μαρλέν Βερσιουρέν, Κώστα Γεράρδο, Γιάννη Μάρτο, στο οποίο προστέθηκαν οι έξοχοι Έλενα Τοπαλίδου, Αμάλια Μπένετ και Στάθης Μερμήγκης, και οι τρεις από την ομάδα «Οκτάνα» του Κώστα Ρήγου. Κι εκφράζουμε τη λύπη την απογοήτευσή μας γιατί δεν αξιοποιούνται στο έπακρο τόσο καλοί χορευτές.

Ωμός ρεαλισμός επί σκηνής

Το Βήμα, Παρασκευή 7 Απριλίου 2000

Η ανάπλαση ενός μύθου και ο εκσυγχρονισμός του, η ένταξή του δηλαδή στα συμφραζόμενα του παρόντος χρόνου, απασχολεί τον χορό όπως και τις άλλες τέχνες.

Ο Κωνσταντίνος Ρήγος, ιδρυτής και χορογράφος του χοροθεάτρου Οκτάνα, επιδίδεται κατά κόρον σε μια τέτοια πρακτική, μέσα από την οποία αναδείχτηκε άλλωστε σε έναν ευρηματικό και ευφάνταστο δημιουργό στο τοπίο του νέου ελληνικού χορού. Με το Χοροθέατρο Θεσσαλονίκης συνεργάζεται για δεύτερη φορά μετά την περυσινή «Ωραία Κοιμωμένη», και το βέβαιο είναι ότι κατάφερε να ενεργοποιήσει το αδρανές όσο και ενδιαφέρον δυναμικό του πιο αδρά επιχορηγούμενου σχήματος στη Βόρεια Ελλάδα.

Για να στήσει τη δική του χορογραφημένη εκδοχή του «Κυανοπώγωνα», εξορμά προς τα πίσω αντλώντας υλικό από το ομότιτλο παραμύθι του Περό αλλά και από το λιμπρέτο της όπερας του Μπέλα Μπάρτοκ «Ο πύργος του (δούκα) Κυανοπώγωνα».

Οι σκηνές που ξετυλίγονται στα επτά δωμάτια – παγίδες παραπέμπουν ευθέως σε τοπίο πιο κοντινό στον εφιάλτη παρά στο όνειρο.

Παραμορφωτικοί καθρέφτες ορίζουν τον χώρο που περιβάλλει το δρώμενο.

Η ξενάγηση της νεότευκτης Ιουδίθ στον πύργο στοιχειώνεται από τις μνήμες – τύψεις του συζύγου της Κυανοπώγωνα για τους φόνους των προηγούμενων γυναικών του. Που σημαίνει ότι ακόμη και στο πρώτο δωμάτιο που αναλογεί στο ηλιόφωτο τοπίο – ο Διονύσης Φωτόπουλος το είδε σαν κίτρινο κήπο με ηλιοτρόπια – η αθωότητα και η αμεριμνησία δεν έχουν θέση, είναι οριστικά εξόριστες. Το λαχάνιασμα και οι ανάσες της ερωτικής πράξης χρησιμεύουν ως ηχητικό μπακράουντ στις βίντεο προβολές που παρεμβάλλονται στην ανέλιξη της σκηνικής δράσης. Αν όμως η σύλληψη όσο και η εκτέλεση των σκηνικών σε ένα τόσο απαιτητικό εικαστικό περιβάλλον συνιστά επίτευγμα, το ερώτημα είναι κατά πόσον ένα πληθωρικό εικαστικά υπερθέαμα μπορεί να συνυπάρχει λειτουργικά με τα χορευτικά δρώμενα; Η διάθεση ωμής ρεαλιστικής αναπαράστασης εξωθεί το ύφος της παράστασης στην ακραία αληθοφάνεια που αγγίζει το γκροτέσκο, με αποκορύφωμα τη σκηνή του μυστικού κήπου – κανονικό σφαγείο με τσιγκέλια, ομοιώματα αγελάδας σε φυσικό μέγεθος και πάγκους νεκροτομείου.

Σε τέτοια συμφραζόμενα η σωματική ενέργεια περνά σε δεύτερη μοίρα ενώ ο χορογράφος ακροβατεί ανάμεσα στον εύκολα αναγνωρίσιμο ρεαλισμό και στην ανάγκη να ανανεώσει το κινητικό το λεξιλόγιο και να ξεφύγει από τον εύπεπτο νεοκλασικισμό. Ανάγκη που παίρνει σάρκα και οστά στο εξαιρετικό σόλο της Έλενας Τοπαλίδου στο δωμάτιο – λίμνη των δακρύων.

Πρόκειται για την πιο ουσιαστική στιγμή της παράστασης καθώς η δραματικότητα της ερμηνείας και ο λιτός, υπαινικτικός σκηνικός χώρος επιτυγχάνουν ό,τι δεν κατάφερε η παρέλαση πλείστων όσων οπτικών συμβόλων και συμβάντων. Είναι η μαγική στιγμή που αγγίζονται τα αισθήματα του θεατή καθώς η τέχνη αγγίζει το ουσιώδες.

Η ηχητική επιμέλεια της παράστασης είναι του Δημήτρη Κουρτάκη και οι φωτισμοί του Ανδρέα Μπέλλη. Παίρνουν μέρος οι χορευτές του Χοροθεάτρου του ΚΘΒΕ, Κώστας Γεράρδος, Κατερίνα Κερβανίδου, Μαρλέν Βερσιούρεν, Γιάννης Μάρτος, Πένυ Χριστοπούλου, Δημήτρης Ιορδανίδης, Σοφία Στέργου και Αφροδίτη Γεωργιάδου. Από το Χοροθέατρο Οκτάνα συμμετέχουν οι Έλενα Τοπαλίδου, Αμάλια Μπένετ, Στάθης Μερμήγκης και η Λένα Κιτσοπούλου.

Η φετινή συμπαραγωγή του Χοροθεάτρου του ΚΘΒΕ θα παρουσιάζεται στο θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών ως την Κυριακή 16 Απριλίου.

Prv Back to all Nxt