Ερωτόκριτος
Δημήτρης Μαραμής
Κωνσταντίνος Ρήγος
Μαίρη Τσαγκάρη
Γιώργος Σεγρεδάκης
Χρήστος Τζιόγκας
Άγγελος Παναγόπουλος
Θοδωρής Βουτσικάκης, Μαρίνα Σάττι, Γκωτιέ Βελισσάρης, Ιωάννα Φόρτη, Κωστής Μαυρογένης
Του Χάρη Ποντιδά/tospirto.net
Κρητικός δεκαπεντασύλλαβος με μουσική τζαζ; Γίνεται; H δικαιολογημένη αμφιβολία, αλλά και η περιέργεια που γέννησε στο μυαλό μου η κουβέντα που έκανα με τον Δημήτρη Μαραμή, λίγο πριν την πρεμιέρα του «Ερωτόκριτου: Μιουζικαλ σε δυο πράξεις», σκόνταφτε και σε άλλες καινοτόμες πλευρές της παράστασης.
Δύσκολο το εγχείρημα σκεφτόμουν. Στην κόψη. Οι «μοντερνιές» -πολλές τα τελευταία χρόνια- έχουν χαλάσει και τις καλύτερες (θεατρικές) οικογένειες…
Σβήστε τα τώρα όλα αυτά που είπα και πάμε πάλι από την αρχή. Αφού πρώτα σας θυμίσουμε…
Ο συνθέτης Δημήτρης Μαραμής καταπιάστηκε μ’ αυτό το μοναδικό έργο της ελληνικής λογοτεχνίας από δική του “τρέλα” (για να μην το πω έρωτα), αφού πρώτα είχε κάνει την μουσική και τα τραγούδια του «Ερωτόκριτου» του Στάθη Λιβαθινού (στο «Ακροπόλ» 2011). Εκείνη η πρώτη του επαφή ήταν σημαδιακή. Το κείμενο ήταν ένα αριστούργημα. Αλλά και τα τραγούδια που είχε γράψει για εκείνη την παράσταση -αντιπροσωπευτικά της αιρετικής του μουσικής προσέγγισης- και τα οποία έπαιζε αργότερα στις συναυλίες του, είχαν κάτι ξεχωριστό, απροσδιόριστα γοητευτικό κι αυτό το επιβεβαίωνε και το κοινό. Ξανάπιασε λοιπόν το κείμενο του Κορνάρου κι άρχισε να το δουλεύει, σιγά σιγά μόνος του χωρίς να ξέρει ακριβώς που θα τον βγάλει. Και ενώ περνούσε ο καιρός και εκείνος βυθιζόταν όλο και πιο πολύ στο έργο του μπήκε η ιδέα:
Γιατί όχι κάτι μεγάλο, ολοκληρωμένο, ένα μιούζικαλ-λόγου χάριν- με την μορφή όπερας; Τα γράφω όλα αυτά, γιατί έχουν μια σημασία. Το έργο που είδαμε – δύο ώρες μουσικής χωρίς ενδιάμεση πρόζα- έχει τον εσωτερικό παλμό και το ρυθμό που βρίσκεις στις πολύ ευτυχισμένες στιγμές του μουσικού θεάτρου. Λες και ο συνδετικός του ιστός (που εδώ είναι το τραγούδι) βρήκε το κατάλληλο έδαφος για να ανθήσει και να γίνει ολόκληρο έργο. Προϊόν καλής χημείας (προφανώς) συνθέτη και σκηνοθέτη, (χορογράφου και σκηνογράφου, Κωνσταντίνου Ρήγου) κινήθηκε πάνω σε ένα ευρηματικό σκηνικό (μια «σπαστή» κινούμενη σκαλωσιά που ανάλογα με τις ανάγκες της υπόθεσης μεγάλωνε, μίκραινε, σχημάτιζε μπαλκόνια ή γέφυρες) και το λάιβ βίντεο του Βασίλη Κεχαγιά που εστιάζοντας στα πρόσωπα, πρόβαλε τις εκφράσεις τους στο φόντο της σκηνής.
Με πολλά στοιχεία μπλουζ και τζαζ, αλλά και δική μας παραδοσιακή μουσική, ο Κρητικός δεκαπεντασύλλαβος (με υπότιτλους ψηλά στη σκηνή) «χόρεψε» στο ρυθμό ενός παράφορου έρωτα που φορούσε κουκούλα και φούτερ είχε ακουστικά στα αυτιά και χάζευε στο facebook (κοστούμια: Γιώργος Σεγρεδάκης). Τίποτα όμως απ’ όλα αυτά δεν έμοιαζε ξένο. Ούτε και το γεγονός ότι οι τρεις πρωταγωνιστές/τραγουδιστές –Μαρίνα Σάττι (Αρετούσα), Θοδωρής Βουτσικάκης (Ερωτόκριτος), Γκωτιέ Βελισσάρης (Πολύδωρος), ανήκουν σε διαφορετική σχολή από αυτή της Ιωάννας Φόρτη (Νένα) και Κωστή Μαυρογέννη (Ρήγα), που γίνεται αμέσως σαφές ότι είναι του λυρικού θεάτρου.
Θα έλεγα μάλιστα ότι αυτή η διαφορά έχει χρησιμοποιηθεί έξυπνα, έτσι ώστε να «χτίσει» χαρακτήρες. Με το χιούμορ και την εξωστρέφεια του σκηνοθέτη Ρήγου, η Νένα (υπέροχη φωνή !!! ) ενσαρκώνεται άλλοτε ως χυμώδης Αμερικάνα νοικοκυρά του ‘50 άλλοτε ως πολλά υποσχόμενη γραμματέας κι άλλοτε σαν άχρονη φιγούρα, ενώ ο σοβαρός και αυστηρός Μαυρογένης, βγάζει στη φωνή του (βαρύτονος) όλο το εκτόπισμα και την αυστηρότητα που απαιτεί ο ρόλος του. Την περιμένεις όμως αυτή την ερμηνευτική ικανότητα και τη σκηνική άνεση από καλλιτέχνες, όπως η Φόρτη ή ο Μαυρογέννης. Εκεί που πραγματικά εντυπωσιάζεσαι είναι με τον δυναμισμό και την εκφραστικότητα της μικροσκοπικής φιγούρας της Αρετούσας που λες κι έχει γεννηθεί για αυτό τον ρόλο.
Η Μαρίνα Σάττι (που γνωρίσαμε από το βιντεάκι της στο ίντερνετ με την διασκευή του «Θα σπάσω κούπες») μπαίνει πλέον σε μια νέα τροχιά στην καριέρα της μετά από αυτή την παράσταση. A star is born και εδώ είμαστε για να το δούμε. Στα αναμφισβήτητα συν της παράστασης και οι Θοδωρής Βουτσικάκης και Γκωτιέ Βελισσάρης- «παιδιά» της νεώτερης γενιάς και οι δύο- επιδεικνύουν μια άνεση πάνω στην σκηνή και μια επάρκεια, λες και έπαιζαν από χρόνια στο θέατρο. Φωνές (μέσα σ’ αυτές και μια εξαιρετική χορωδία από λυρικούς τραγουδιστές) μουσική, κίνηση, φωτισμοί, σκηνικά, εξυπηρετούν όντως έναν πιο “jazzy” στο σύνολο του “Ερωτόκριτο” που όμως διαθέτει τη δύναμη και το συναίσθημα της αρχικής του γραφής.
Και κάτι ακόμα. Δεν είναι κριτικός θεάτρου, δεν μπορώ να αναλύσω περαιτέρω το θέμα (μιλάω μάλλον από την πλευρά του επαρκούς θεατή), αλλά αν δούμε το μιούζικαλ σαν ένα πολύπλοκο κινούμενο παζλ όπου κάθε μικρή ψηφίδα, κάθε νότα, έχει την σημασία της, θα λέγαμε ότι η Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής είχε την τύχη να ξεκινήσει με μια παράσταση, όπου όλες οι ψηφίδες είναι στη θέση τους. Άσε που νιώθεις ότι δίνεται η ευκαιρία και σε μια νέα καλλιτεχνική γενιά (ακόμα και ο Δημήτρης Μαραμής είναι new comer στο χώρο του μουσικού θεάτρου) που από μόνο του είναι μεγάλη παρηγοριά -κυρίως στις μέρες μας…
Του Κωστή Μπίτσιου/critics-point.gr
Επιτέλους κάτι φρέσκο στον τραγουδιστικό τομέα στην Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ)! Σε πρώτη παρουσίαση ανεβαίνει στο νέο κτήριο της ΕΛΣ ο «Ερωτόκριτος», το πρώτο ελληνικό έργο που μπαίνει στον καινούργιο της χώρο και η πρώτη παραγγελία της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ στον χώρο του μιούζικαλ. Η σύνθεση και η μουσική διεύθυνση ανήκουν στον 37χρονο Δημήτρη Μαραμή. Ο Μαραμής, ο οποίος με το πιάνο του συμπληρώνει το οκταμελές ενόργανο σύνολο (Διονύσης Βερβιτσιώτης, Γιώργος Γαϊτάνος, Μιχάλης Πορφύρης, Γιώργος Αρνής, Σπύρος Βεργής, Θεοδόσης Σμυρνιός, Γκουίντο ντε Φλάβις, Βασίλης Παναγιωτόπουλος), που παίζει ζωντανά επί σκηνής την μουσική του, πρωτοήρθε σε επαφή με τον «Ερωτόκριτο» το 2011. Το μιούζικάλ του, το λιμπρέτο του οποίου υπογράφει ο συνθέτης, βασίζεται στην ποιητική έμμετρη μυθιστορία του Βιτσέντζου Κορνάρου και κρατάει την πρωτότυπη διάλεκτο και την δομή του αναγεννησιακού έργου, ενώ δεν περιέχει πρόζα. Μπορεί το αφηγηματικό ποίημα των 10.052 στίχων να γράφτηκε μεταξύ των ετών 1600 και 1610, το καλλιτεχνικό πόνημα όμως είναι μοντέρνο. Την σκηνοθεσία, την χορογραφία και το σκηνικό έχει αναλάβει ο Κωνσταντίνος Ρήγος, ο οποίος καταφεύγει σε απλά, κομψά και λειτουργικά σκηνικά, που – σε συνδυασμό με την έμπνευση του συνθέτη – δημιουργούν την εικόνα μίας σύγχρονης off–Broadway παράστασης, τύπου Hit List. Μακάρι να ανέβαιναν δεκάδες παρόμοια μιούζικαλ στην Ελλάδα κάθε χρόνο.
Από τον έρωτα βασανίζεται (Ερωτόκριτος) ο Θοδωρής Βουτσικάκης, ενώ τον ιδανικό άνθρωπο (Αρετούσα), που το κατεστημένο (ο Ρήγας του βαρύτονου Κωστή Μαυρογένη) πασχίζει να φυλακίσει, ερμηνεύει η Ελληνοσουδανή Μαρίνα Σάττι. Τον πραγματικό φίλο του πρωταγωνιστή, αφού δεν περιμένει ανταλλάγματα (Πολύδωρος) ερμηνεύει ο Ελληνογάλλος Γκωτιέ Βελισσάρης, και την γκουβερνάντα (Νένα) της πρωταγωνίστριας η μεσόφωνος Ιωάννα Φόρτη. Ο Βουτσικάκης σε μαγεύει με τις ποιότητες της φωνής του. Η Σάττι ενσαρκώνει τραγουδιστικά την απόλυτη πριγκίπισσα. Το ζευγάρι έχει σκηνική χημεία. Ο Βελισσάρης επιδεικνύει μεγάλη άνεση στα runs. Η Φόρτη καθηλώνει με την τραγουδιστική της δεινότητα και φέρει άνετα την over the top εμφάνιση, που επέλεξε για αυτήν ο Γιώργος Σεγρεδάκης. Ο έξυπνος Μαυρογένης προσαρμόζεται στον νεανικό θίασο, εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία.
Με αποστομωτικό αποτέλεσμα η διεύθυνση του οκταμελούς ανδρικού φωνητικού συνόλου από την Μάτα Κατσούλη. Όλοι οι καλλιτέχνες (οι τενόροι Νικόλαος Κατσιγιάννης, Βασίλης Κούρτης και Σταμάτης Πακάκης, οι βαρύτονοι Νίκος Ζιάζιαρης (martin), Γιάννης Κοντέλλης και Ανδρέας Μεταξάς-Μαριάτος, ο μπασοβαρύτονος Σπύρος Σώκος και ο βαθύφωνος Βασίλης Δημακόπουλος) έπαιζαν με την ψυχή τους, χωρίς να τεμπελιάζουν κάπου και είχαν σκηνές, που υπήρξαν απολαυστικοί και φωνητικά και οπτικά. Πολύτιμη η συμβολή του Γιώργου Σεγρεδάκη με τα κοστούμια του, που άλλοτε διέκρινε η δραματικότητα και – όπου έπρεπε – μία χιουμοριστική διάθεση, χωρίς να καπελώνουν τους τραγουδιστές. Κατάλληλα φώτιζε την δράση με την δουλειά του ο Χρήστος Τζιόγκας.
Συνεργάτις σκηνογράφος: Μαίρη Τσαγκάρη. Βοηθός σκηνοθέτη: Άγγελος Παναγόπουλος. Βοηθός σκηνογράφου: Σωτήρης Μητσούλας. Μουσική προετοιμασία: Ειρήνη Αντωνιάδου. Live κάμερα: Βασίλης Κεχαγιάς.
Μακάρι να κυκλοφορήσει το cd της παράστασης, για να συνεχιστεί η απόλαυση εις το διηνεκές.
Του Γ.Κ. Καρατζά/Πρώτο Θέμα
Οι πρώτες σκηνές της παράστασης είναι ενδεικτικές του κλίματος που τη διέπει. Οι πρωταγωνιστές, ο Ερωτόκριτος και η Αρετούσα με εμφάνιση που συναντάς τους νέους της ηλικίας τους στους πεζοδρόμους και τις πλατείες της Αθήνας. Με φούτερ με κουκούλα, σχισμένα jeans, μπότες, μεγάλα ακουστικά, φορητοί υπολογιστές, ηλεκτρονικά μηνύματα, cool διάθεση σε νεανικά δωμάτια. Το ίδιο στυλάκι και ο φίλος του Ερωτόκριτου, ο Πολύδωρος. Από την άλλη μεριά, η Νένα -η πιστή παραμάνα- παραπέμπει με το μαλλί και τα φλοράλ φουστάνια στα μιούζικαλ του Δαλιανίδη.
Αλλά, όλα αυτά είναι μόνο η βιτρίνα, η επιφάνεια. Όταν αρχίσει να τρέχει η μουσική του Μαραμή, δεν προσέχεις καν τις εμφανίσεις. Η Νένα της Ιωάννας Φόρτη λες και έρχεται από έναν χατζιδακικό γαλαξία, κάπου ανάμεσα στις φωνές της Μούσχουρη του ‘60 και της Νταντωνάκη του Μεγάλου Ερωτικού. Μάλιστα, η έμπειρη Φόρτη περισσότερο από όλους μπορεί να υποστηρίξει το εγχείρημα του Μαραμή για έναν νέο, φρέσκο Μεγάλο Ερωτικό της ψηφιακής εποχής. Βεβαίως, δίχως να υστερούν όλοι οι άλλοι πρωταγωνιστές. Η Σάττι, ο Βουτσικάκης και ο Βελισσάρης προσκομίζουν στο έργο τη χάρη της νεότητας τους συνδυασμένη με ταλέντο και όρεξη για δημιουργία. Φέρνουν μαζί τους το αεράκι της φρέσκιας, άδολης και ανόθευτης αγάπης που ανατινάζει στο πέρασμα της τα στερεότυπα και διαμορφώνει συμπεριφορές που μάχονται την μαυρίλα, την μιζέρια και την κακογουστιά της εποχής μας.
Το κατόρθωμα του Μαραμή -στην αποενοχοποιημένη παράσταση που έστησε ο Ρήγος- είναι ότι συμπυκνώνοντας τον ιστορικό χρόνο παραδίδει ένα έργο σύγχρονο που μπορεί να σταθεί με αυτονομία στα δικά του πόδια πέρα από τα σύνορα και τις γλώσσες. Ο Μαραμής φτιάχνει τη δική του επικράτεια της αγάπης χρησιμοποιώντας μια οικουμενική γλώσσα που στέλνει αδιάβαστες τις μεταφράσεις. Με άλλα λόγια, μπορεί και συνθέτει ένα μεγάλο, διαχρονικό ερωτικό τραγούδι γιατί τα συστατικά υλικά του όχι μόνο είναι ανθεκτικά αλλά καινοτομικά, στη πλευρά της πρωτοπορίας.
Από το site της ΕΛΣ που αναφέρεται στην παράσταση διάλεξα το εξής κομμάτι για να φιλοξενηθεί εδώ : «Ο Ερωτόκριτος του Δημήτρη Μαραμή, γνωστού συνθέτη του έντεχνου κυρίως τραγουδιού, είναι η πρώτη παραγγελία της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ στο χώρο του μιούζικαλ. Υπερβαίνοντας τα στερεότυπα του είδους, ο Ερωτόκριτος φέρνει το λεξιλόγιο του μιούζικαλ, με τις αναφορές του συνθέτη στη τζαζ και τα μπλουζ, κοντά στην κρητική μουσική παράδοση, από την οποία αντλεί μεγάλο μέρος του υλικού του. Το μιούζικαλ, το λιμπρέτο του οποίου υπογράφει ο συνθέτης, βασίζεται στην ποιητική έμμετρη μυθιστορία του Βιτσέντζου Κορνάρου και κρατάει την πρωτότυπη διάλεκτο και τη δομή του αναγεννησιακού έργου. Ωστόσο, παρόλη τη χρήση του ιδιαίτερου δεκαπεντασύλλαβου του Κορνάρου, που παραπέμπει στο πρωτότυπο ιστορικό πλαίσιο, ο Ερωτόκριτος του Μαραμή δεν τοποθετείται σε συγκεκριμένο χρόνο και χώρο κι εστιάζει κυρίως στα διαχρονικά στοιχεία της ερωτικής ιστορίας του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας, στην αρρώστια του πόθου και στις περιπέτειες των δύο νέων, μέχρι να φτάσουν στο αίσιο τέλος του γάμου τους.»Τη σκηνοθεσία και χορογραφία έχει αναλάβει ο Κωνσταντίνος Ρήγος, δημιουργός ευρέως φάσματος και γνώστης του είδους, ο οποίος σημειώνει ότι “πρόκειται για μια μοντέρνα εκδοχή του έργου, που τίθεται εκτός του συγκεκριμένου χρόνου και χώρου της δράσης, τοποθετούμενη σε ένα περιβάλλον μινιμαλιστικό όπου η έμφαση δίνεται στην ερμηνεία και στην κίνηση των ηρώων”.
Πρωταγωνιστούν οι νέοι τραγουδιστές που διαπρέπουν στο χώρο της έντεχνης μουσικής, Θοδωρής Βουτσικάκης, Μαρίνα Σάττι και Γκωτιέ Βελισσάρης, αλλά και οι διακεκριμένοι λυρικοί καλλιτέχνες Ιωάννα Φόρτη και Κωστής Μαυρογένης. Συμμετέχει ενόργανο σύνολο και φωνητικό σύνολο».
Του Νίκου Βατόπουλου/Καθημερινή
«Υπάρχει ελληνικό μιούζικαλ;» να ένα ερώτημα που μας οδηγεί απευθείας στα βαθιά και που καθώς διατυπώνεται από τον Δημήτρη Μαραμή ορίζει και ένα πλαίσιο, θεωρητικό και καλλιτεχνικό. Ο «Ερωτόκριτος» είναι σύλληψη του ιδίου: η ιδέα για τη δημιουργία ενός μιούζικαλ με δομή όπερας, η σύνθεση της μουσικής, το λιμπρέτο. Με ελευθερία εμπνέεται από το έργο του Βιτσέντζου Κορνάρου και μας δίνει μία δική του εκδοχή για έναν άχρονο, ως προς τον ορισμό της εποχής, αλλά απολύτως ακριβή, ως προς το πνεύμα, «Ερωτόκριτο», μια απόπειρα εξόρυξης όλης της δυναμικής που βρίσκει κανείς στους ήρωες, στις ισορροπίες, στις αντιλήψεις. «Αν είχε γραφεί σε άλλη γλώσσα, ο Θερβάντες και ο Σαίξπηρ δεν θα ήταν μόνοι», λέει για τον Κορνάρο ο Δημήτρης Μαραμής, ένας συνθέτης βουτηγμένος ολόκληρος σε αυτό το φιλόδοξο εγχείρημα, μια καλλιτεχνική πρόταση που πάει πέρα από αυτό που εκ πρώτης όψεως είναι.
Ο «Ερωτόκριτος», ανάθεση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με όλη την ηθική και θεσμική υποστήριξη του Γιώργου Κουμεντάκη, παρουσιάζεται ήδη στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος και είναι επί της ουσίας το πρώτο μιούζικαλ που παραγγέλνει η Λυρική. Το σκηνοθετεί και το χορογραφεί ο Κωνσταντίνος Ρήγος, που συμπλέει με τον Δημήτρη Μαραμή και προχωράει το χτίσιμο ενός «σκοτεινού ήρωα». Το λέει με έμφαση και ο συνθέτης: «Παραδώσαμε έναν πιο “σκοτεινό” Ερωτόκριτο». Οχι, ενδεχομένως από διάθεση απώθησης ενός χάπι εντ, όσο από ακριβέστερη ανάγνωση όλου του ψυχικού αποθέματος που βρίσκει κάποιος και στα πέντε πρόσωπα του έργου.
Ο Δημήτρης Μαραμής, που πρωτοεκτέθηκε στον «Ερωτόκριτο» το 2011 όταν συνεργάστηκε στο σκηνικό ανέβασμα του Στάθη Λιβαθινού στο «Ακροπόλ» (2011), ζει με το έργο του Βιτσέντζου Κορνάρου καθημερινά από τότε, του τριβελίζει και του τρυπάει το μυαλό, παράλληλα με όλον τον εξουθενωτικό φόρτο εργασίας. Δουλεύει αδιάκοπα: κύκλοι τραγουδιών και θεατρική μουσική και τώρα η μεγάλη εκβολή στον ωκεανό του ρεπερτορίου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Επρεπε να γράψει πάνω στις δυνατότητες και στην έκταση της κάθε φωνής. Η διανομή είναι πέντε ταλαντούχοι τραγουδιστές, όχι όλοι από το μουσικό θέατρο ή την όπερα. Το ζευγάρι Ερωτόκριτος – Αρετούσα είναι ο Θοδωρής Βουτσικάκης και η Μαρίνα Σάττι, δύο εξαιρετικές φωνές και σπουδαία ταλέντα. Στον ρόλο του Πολύδωρου είναι ο Gautier Βελισσάρης, ένας, επίσης, ταλαντούχος τραγουδιστής, που μαζί με το ερωτευμένο ζευγάρι σχηματίζει αυτό το σχήμα ισορροπιών, έντασης και ανατροπής. Οι τρεις πρωταγωνιστές προέρχονται επί της ουσίας από το έντεχνο τραγούδι και γι’ αυτό υπάρχει μικροφωνική ενίσχυση. Στους ρόλους της Νένας και του Ρήγα, η μεσόφωνος Ιωάννα Φόρτη και ο βαρύτονος Κωστής Μαυρογένης, ο οποίος συμμετείχε και στη «Φόνισσα» του Γιώργου Κουμεντάκη. Η φωνή του βαρύτονου, στον ρόλο του Ρήγα, έρχεται ως ένα στοιχείο ευθείας εξουσίας ανάμεσα στις «καμπύλες» των άλλων φωνών. Οκτώ άνδρες τραγουδιστές (από το δυναμικό της Λυρικής) συνθέτουν το φωνητικό σύνολο που εναλλάσσει ρόλους αυλικών, στρατιωτών, αλλά και αφηγητή-σχολιαστή κατά το πρότυπο του χορού στις αρχαίες τραγωδίες. Δεν υπάρχει πρόζα παρά μόνον διαρκής ροή μουσικής επί δύο ώρες χωρίς διάλειμμα. Υπήρχε η πρόκληση να συνδεθούν οι σκηνές χωρίς χάσματα, με μουσική που να ταιριάζει στις φωνές, με αποτέλεσμα που να κρατάει τον θεατή. Ο Δημήτρης Μαραμής δημιούργησε διαλόγους, ανασύνθεσε σκηνές, καθώς ζητούμενο ήταν η νοηματική ροή. Στην αρχική σκηνή στο μπαλκόνι, π.χ., όπου το ζευγάρι συναντιέται, σκηνή που ο Κορνάρος απλώς περιγράφει, στο μιούζικαλ «Ερωτόκριτος» έχει γίνει ένα ντουέτο. «Σε αυτήν τη σκηνή η λέξη έρωτας ακούγεται 52 φορές», λέει ο Δημήτρης Μαραμής. «Σκεφτείτε πόσο ποτισμένο από αυτήν τη λέξη είναι όλο το έργο».
Παρ’ όλα αυτά, ο «Ερωτόκριτος» κατά Μαραμή υμνεί βεβαίως τον έρωτα δύο εφήβων (η Αρετούσα είναι 14 και ο Ερωτόκριτος 18) αλλά έχει αποφύγει τις κακοτοπιές. «Το έχουμε αποδώσει με πιο σκοτεινά χρώματα», λέει. «Ο έρωτας στον “Ερωτόκριτο” είναι η αρρώστια του πόθου. Καθώς ο ίδιος ο Κορνάρος είχε ιατρικές γνώσεις, περιγράφει τον έρωτα ως ένα βάσανο που απαιτεί θεραπεία, εξ ου και όλες οι ψυχοσωματικές αναφορές». Οταν έρχεται η ώρα οι δύο ερωτευμένοι να σμίξουν, μπαίνει στη μέση η εξουσία (Ρήγας) που έχει άλλα σχέδια για το μέλλον της Αρετούσας. Εκείνη αρνείται και κλείνεται στη φυλακή. «Υπάρχει παραλληλία με την “Αντιγόνη” του Σοφοκλή», λέει ο Δημήτρης Μαραμής. Η επιστροφή του Ερωτόκριτου από τον πόλεμο, μεταμφιεσμένου, όμως, ως μαύρου, ωθεί την πλοκή στις περαιτέρω δοκιμασίες. «Υπάρχουν όλα τα στοιχεία της αρχαίας τραγωδίας. Η μεγάλη, αρχετυπική φόρμα με τις σκηνές των αναγνωρίσεων. Ολα αυτά υπονομεύουν το χάπι εντ. Δεν με ενδιαφέρει ο γάμος τους. Με ενδιαφέρει η σκηνή της αναγνώρισης».
Χώρος και χρόνος
Το μιούζικαλ «Ερωτόκριτος» δεν τοποθετείται γεωγραφικά πουθενά. «Απέφυγα τις ονομασίες», επισημαίνει ο Δημήτρης Μαραμής. «Δεν υπάρχει δηλαδή αναφορά στην αρχαία Αθήνα, όπως κάνει ο Κορνάρος, ούτε σε κανέναν βασιλιά Ηρακλή. Αλλά ακόμη και ο ίδιος ο Κορνάρος κάνει αναχρονισμούς με κονταρομαχίες στην αρχαία Αθήνα… Η μόνη θεότητα είναι ο Ερωτας και γι’ αυτό δεν υπήρχε κανένας λόγος να την περιορίσω στον χώρο και στον χρόνο».
Για τον Δημήτρη Μαραμή, η όπερα και το μουσικό θέατρο ήταν παιδικό και εφηβικό όνειρο. «Την ιδέα να κάνω μιούζικαλ τη δουλεύω από τα σχολικά χρόνια και πάντα αυτοσχεδίαζα στο πιάνο. Με απασχολούσε το ιδανικό θέμα, αλλά από το 2013 ξεκαθάρισε στο μυαλό μου».
Το μιούζικαλ είναι μια δύσκολη υπόθεση καθώς συνδυάζει «και την καλλιτεχνική και την εμπορική πρόθεση». «Αυτό που κάνω δεν έχει σχέση με το μιούζικαλ που γνωρίζουμε από τη μεγάλη βρετανική και αμερικανική παράδοση. Και όσο σημαντική και να είναι αυτή η παράδοση, εγώ κάνω ως Ελληνας δημιουργός μια άλλου τύπου προσέγγιση και σύνθεση στοιχείων».
Ο Δημήτρης Μαραμής έχει άφοβα παντρέψει ήχους της τζαζ, της ροκ και των μπλουζ με στοιχεία της ελληνικής παράδοσης με έμφαση σε ό,τι δίνει κίνηση, με προσοχή στην πλούσια ρυθμολογία. Αλλωστε, η ίδια η γλώσσα, το λιμπρέτο, στηρίζεται στη μουσικότητα της πρωτότυπης γλώσσας του Κορνάρου, την εσωτερικευμένη που εκφέρεται με απόλυτα ποιητικό τρόπο. «Σπάνια χρησιμοποιείται στην όπερα, ή στο μιούζικαλ γενικότερα, ένα λιμπρέτο τόσο υψηλής ποίησης», λέει ο Δημήτρης Μαραμής. «Αυτό από μόνο του συνιστά μια πρόκληση και προσδίδει μια ιδιαιτερότητα, για να μην πω μοναδικότητα, στο όλο εγχείρημα».
Του Δημήτρη Δουλγεριδη/Τα Νέα
«Μεγάλη πείραξιν έχω στο νου μου μέσα/ και τα τραγούδια κ’ οι σκοποί αξάφνου μ’ επλανέσα·/ και πεθυμώ και ραθυμώ να μάθω, να κατέχω,/ ποιος είναι αυτός που τραγουδεί, κ’ έγνοια μεγάλην έχω». Αν η Αρετούσα ερωτεύεται πριν απ’ όλα τη φωνή και τη μουσική του Ερωτόκριτου (και μόνο στη συνέχεια βλέπει το πρόσωπό του), οι θεατές της Εναλλακτικής Σκηνής κράτησαν ως ενθύμιο τη μουσική του Δημήτρη Μαραμή μετά το τέλος του «Ερωτόκριτου», του πρώτου ελληνικού έργου που παρουσιάστηκε στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής (με διευθυντή τον Αλέξανδρο Ευκλείδη). Ο συνθέτης άντλησε πρώτες ύλες από την (κρητική) παραδοσιακή μουσική για να εκτιναχθεί παράλληλα στα μοτίβα του μιούζικαλ, στις τζαζ αποχρώσεις αλλά και στην κέλτικη μουσική.
ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ ΚΑΙ ΜΠΛΟΥΖ. Μέσα στο μουσικό σύμπαν που δημιούργησε για δύο ώρες – ένα σύμπαν στο οποίο συναντήθηκαν οι αφομοιωμένες επιρροές από τον Χατζιδάκι, η αισθηματική αγωγή του Νίκου Μαμαγκάκη και τα μπλουζ – ζωντάνεψαν οι χαρακτήρες ενός λογοτεχνικού εφηβικού πάθους που μας καταδυναστεύει επί αιώνες. Ο 18χρονος Ερωτόκριτος και η 14χρονη Αρετούσα είναι η «αρρώστια του πόθου», με την άδεια του ίδιου του συνθέτη. Είναι ο Αίμονας και η Αντιγόνη, ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα. «K’ ίντα δεν κάνει ο Ερωτας σε μια καρδιά π’ ορίζει!/ Σαν τη νικήσει, ουδέ καλό, ουδέ πρεπό γνωρίζει», σύμφωνα με τον στίχο του Βιτσέντζου Κορνάρου που ακούγεται στην παράσταση και φαίνεται στις οθόνες πάνω, δεξιά και αριστερά από τη σκηνή. Τους 10.000 στίχους αυτού του «αρχετυπικού» κειμένου διάβασε ο Μαραμής, αλλά πρωτίστως τους άκουσε ως παρτιτούρα. Ακουσε τη μουσική που κλείνουν μέσα τους περιμένοντας τον επίδοξο δημιουργό του 2017 να επενδύσει στην προσωπική δεισιδαιμονία της τέχνης, για να χαρίσει στο ακροατήριο τις απαραίτητες ανάσες συγκίνησης.
Τη μουσική του Δημήτρη Μαραμή χρησιμοποίησε στη συνέχεια και ο Κωνσταντίνος Ρήγος για να χτίσει το δικό του άχρονο σκηνικό: με νέους που ανταλλάσσουν τα πρώτα ερωτικά μηνύματα στο λάπτοπ, με τον ισχυρογνώμονα βασιλιά που δίνει εντολές παίζοντας τένις, όπως θα απαιτούσε η διαχρονική αλαζονεία της εξουσίας, και με την πληθωρική γκουβερνάντα Νένα που έφερνε σε ξανθιά Νάνα Μούσχουρη.
Καθώς τα μουσικά μοτίβα και οι χρωματισμοί εναλλάσσονται πάνω στη σκηνή για να αποδώσουν τη διαφορετική ψυχολογία των ηρώων, ο θεατής παίρνει μια ανάσα πριν πλησιάσει στο αποκορύφωμα της δεύτερης πράξης, όπου η Αρετούσα είναι φυλακισμένη και ο Ερωτόκριτος μεταμορφωμένος σε στρατιώτη.
Συνδυάζοντας τη μουσική με μινιμαλιστικές εικόνες – ποτάμια, μάχες, τάφροι, γέφυρες, όλα υπονοούνται – ο Ρήγος έχει εντάξει στη σκηνική ροή μία live camera που κάνει γκρο πλαν στα συναισθήματα των ηρώων, τα οποία αποδίδουν οι ανερχόμενοι νέοι τραγουδιστές Θοδωρής Βουτσικάκης (Ερωτόκριτος), Μαρίνα Σάττι (Αρετούσα) και Γκωτιέ Βελισσάρης (Πολύδωρος) αλλά και οι διακεκριμένοι λυρικοί καλλιτέχνες Ιωάννα Φόρτη (Νένα) και Κωστής Μαυρογένης (Ρήγας).
ΑΝΑΛΟΓΙΕΣ. Ο «Ερωτόκριτος» θα κλείσει όπως ξεκίνησε: με του «κύκλου τα γυρίσματα, που ανεβοκατεβαίνουν» – με το αριστουργηματικό, δηλαδή, έπος του Βιτσέντζου Κορνάρου, το οποίο μέχρι το φινάλε (προσοχή, όχι το happy end) παραμένει αφτιασίδωτο. Παραμένει ο φωτισμένος «πρωταγωνιστής» που δεν αποδομείται παρά το μοντέρνο ύφος και δεν χάνει τη βαρύτητά του μέσα στο ελαφρό μουσικό θέατρο.
Ο Δημήτρης Μαραμής στάθηκε μπροστά στο κρητικό έπος όχι με δέος που βραχυκυκλώνει τη δημιουργικότητα, αλλά με ενθουσιασμό που την αναζωογονεί. Δημιούργησε κάτι καινούργιο από υλικά παλιά αλλά πολύτιμα. Και δεν φοβήθηκε τις αναλογίες μεταξύ διαφορετικών εποχών που επιτρέπουν – γιατί όχι; – την ποιητικότητα.
Η παράσταση της Εναλλακτικής Σκηνής δεν είναι καν ο «Ερωτόκριτος» μεταφερμένος από το 1600 στο 2017. Είναι ο «Ερωτόκριτος» του 2017 που επιστρέφει στην πηγή. Για να αποκτήσει καλλιτεχνική αυτονομία η πρότασή του (μακάρι η παράσταση να ηχογραφηθεί και να κυκλοφορήσει σε CD) ο συνθέτης απέφυγε τις προκατασκευασμένες ιδέες γύρω από την απόδοση του έπους. Και είναι σ’ αυτό το σημείο που μοιάζει να εμπνέεται περισσότερο, για παράδειγμα, από την προσταγή του ελυτικού σύμπαντος: «Αν δεν στηρίξεις το ένα σου πόδι έξω από τη Γη ποτέ σου δεν θα μπορέσεις να σταθείς επάνω της».
Του Λένα Ιωαννίδου/Athens Voice
«κι οπού αγαπά και ρέγεται του τραγουδιού γλυκότη,
λιξεύγει του τραγουδιστή, στα κάλλη κ’ εις τη νιότη». Ερωτόκριτος (στ.723-4)
Το βράδυ της Παρασκευής, 5/5, κατέβαινα προς το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, μάλλον ανόρεχτη και μη γνωρίζοντας τι ακριβώς πρόκειται να δω και κυρίως να ακούσω . Οφείλω να ομολογήσω ότι δεν είχε τύχει μέχρι τώρα να παρακολουθήσω τη δουλειά του Δημήτρη Μαραμή. Τα τραγούδια του που είχα εντοπίσει στο You Tube πρόδιδαν ένα συνθέτη με βαθιά γνώση της μουσικής και μεγάλη ευαισθησία. Πώς όμως θα προσέγγιζε μουσικά τον Ερωτόκριτο; Πώς μια έμμετρη μυθιστορία άρρηκτα δεμένη με το πασίγνωστο παραδοσιακό κρητικό μουσικό μοτίβο –χωρίς να ξεχνάμε τα σημαντικά αλλά λιγότερο γνωστά έργα του Νίκου Μαμαγκάκη ή του Γιάννη Μαρκόπουλου που βασίστηκαν πάνω στον Ερωτόκριτο– , θα μεταμορφωνόταν σε σύγχρονο μιούζικαλ;
Από τη στιγμή που έσβησαν τα φώτα της κατάμεστης αίθουσας της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ και για τις επόμενες δύο ώρες , οι απορίες και οι αμφιβολίες μου έγιναν καπνός κι εγώ, έμεινα να παρακολουθώ μαγεμένη, ένα από τα πιο όμορφα μουσικά έργα που έχω ακούσει ποτέ! Η jazz και τα blues, μαζί με χαρακτηριστικά μοτίβα από την κρητική παράδοση –προσωπικά εντόπισα και κάποιες μελωδικές αναφορές στο Μάνο Χατζιδάκι–, έγιναν η μαγιά για μια πρωτότυπη μουσική σύνθεση που ξεχείλιζε από πάθος, ορμή, συγκίνηση, ευαισθησία και, πάνω απ’ όλα, εφηβική φρεσκάδα! Τη μεγαλύτερη όμως έκπληξη αισθάνθηκα όταν συνειδητοποίησα πόσο απλά και αβίαστα «έδεσε» ο ποιητικός λόγος του Βιτσέντζου Κορνάρου, ο ρυθμός του, το μοναδικό γλωσσικό του ιδίωμα ‒παρεμπιπτόντως, οι υπέρτιτλοι βοήθησαν αφάνταστα‒ με τη μουσική φόρμα του μιούζικαλ. Σαν να είχε γραφτεί για να παίζονται μαζί…
Την εκτέλεση του έργου ανέλαβε ένα έξοχο οκταμελές μουσικό σύνολο‒με τον συνθέτη να παίζει πιάνο και να διευθύνει‒ εγκατεστημένο ευφυώς, στη μέση της σκηνής, σαν να είναι μέρος της πλοκής, αλλά ένα επίπεδο κάτω… Πάνω και περιμετρικά της ορχήστρας, ο Κωνσταντίνος Ρήγος, σκηνοθέτης, σκηνογράφος και χορογράφος της παράστασης, έστησε ένα αφαιρετικό αλλά απόλυτα λειτουργικό αρχιτεκτόνημα, με σκάλες που μετακινούνταν και επίπεδα που άλλαζαν θέση και χρήση. Έγιναν μπαλκόνια, έγιναν παλάτια, έγιναν πεδίο μάχης και φυλακή, υπηρετώντας «εν κινήσει» την αφήγηση μιας ερωτικής ιστορίας, που χάνεται στον χωροχρόνο. Οι ενδυματολογικές επιλογές του Γιώργου Σεγρεδάκη για τον Ερωτόκριτο, την Αρετούσα και τον Πολύδωρο είναι σύγχρονες, όπως ακριβώς θα ντυνόταν μια παρέα εφήβων. Σύγχρονοι είναι και οι φωτισμοί του Χρήστου Τζιόγκα όπως και η χρήση της live κάμερας (Βασίλης Κεχαγιάς). Αντίθετα, τα κοστούμια της Νένας , του Ρήγα, ή του χορού με τις μεταμφιέσεις του, είναι αυτά που φέρουν στοιχεία και σύμβολα του παρελθόντος, με έντονη χιουμοριστική διάθεση- και μιαν αχρείαστη, κατά τη γνώμη μου, δόση υπερβολής.
Οι φωνές …
Εκτός από την πάντα ενδιαφέρουσα σκηνοθετική ματιά του Ρήγου, ο «Ερωτόκριτος» του Μαραμή ευτύχησε να ανέβει στη σκηνή με ένα σπουδαίο καστ: μια εκπληκτική ομάδα νέων παιδιών, πλαισιωμένη από δύο καταξιωμένους λυρικούς τραγουδιστές και ένα εξαιρετικό φωνητικό σύνολο (ένα μεγάλο μπράβο στη Μάτα Κατσούλη).
Τον ρόλο του Ερωτόκριτου , κράτησε ο Θοδωρής Βουτσικάκης, ο μόνιμος ‒και αγαπημένος‒ συνεργάτης του Δημήτρη Μαραμή . Με το όμορφο παρουσιαστικό του, τη σκηνική του άνεση και κυρίως την εκφραστικότητα και μελωδικότητα της φωνής του, μας χάρισε έναν δραματικό ήρωα, με ακραίες συναισθηματικές αντιδράσεις, που βιώνει τον έρωτα με πάθος, ενθουσιάζεται, πάσχει, αγωνιά και εν τέλει λυτρώνεται. Δίπλα του η Μαρίνα Σάττι, μια ονειρεμένη Αρετούσα, με όψη, κίνηση και φωνή εφηβική, απόλυτα πειστική στο ρόλο της δεκατετράχρονης ερωτευμένης. Η ερμηνεία της ανάλαφρη, φωτεινή, παθιασμένη αλλά και σπαρακτική, όταν το δράμα φτάνει στην κορύφωσή του. Ο Γκωτιέ Βελισσάρης με τη φωνή και το υποκριτικό του ταλέντο έπλασε έναν ισορροπημένο Πολύδωρο που συντροφεύει , συνετίζει τον Ερωτόκριτο και συμπάσχει μαζί του. Τέλος, η μεσόφωνος Ιωάννα Φόρτη, με το σπάνιο τζαζ ηχόχρωμα της φωνής της μας έδωσε μια αστεία όσο και συγκινητική Νένα ενώ ο Ρήγας του βαρύτονου Κωστή Μαυρογένη είχε όλη τη στιβαρότητα και την σκληρότητα που απαιτεί ο ρόλος.
Με μια κουβέντα…
Μπορεί στην Ελλάδα να μην έχουμε παράδοση στο μιούζικαλ, όμως ο Δημήτρης Μαραμής ‒με την ενθάρρυνση του Γιώργου Κουμεντάκη‒ το τόλμησε! Πλησίασε με απέραντο σεβασμό το αριστούργημα του Βιτσέντζου Κορνάρου κι έφτιαξε μια μουσική εκδοχή του «Ερωτόκριτου», πλούσια σε ήχους, εικόνες και συναισθήματα. Ένα αυθεντικό λαϊκό θέαμα και ακρόαμα, γεμάτο φρεσκάδα, που «κατεβαίνει» στον κόσμο και τον συγκινεί, χωρίς να χάνει ούτε στιγμή τη σοβαρότητα και την ποιότητά του. Εμείς που το απολαύσαμε και όσοι τυχεροί έχουν ήδη εξασφαλίσει τα εισιτήριά τους –οι παραστάσεις αν είναι ήδη μάλλον θα γίνουν sold out‒ θα το κουβεντιάζουμε σίγουρα για καιρό!
Του Δημήτρη Καλαντζή/postmodern.gr
«Χρειάζεται θάρρος για να καταπιαστείς με ένα αριστούργημα της ελληνικής λογοτεχνίας, όπως ο Ερωτόκριτος, και να συνθέσεις τη μουσική του εκδοχή», σημειώνει ο Δημήτρης Μαραμής στο προλογικό σημείωμά του για τον «Ερωτόκριτο» που παρουσίασε στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Δεν είναι αλήθεια. Εκείνο που χρειάζεται είναι πολλή δουλειά, πολύ ταλέντο, όραμα για τη σύγχρονη τέχνη και την ευκαιρία να παρουσιάσεις την πρότασή σου. Στον Ερωτόκριτο συνέπεσαν όλα…
Ο Δημήτρης Μαραμής εργάστηκε τέσσερα χρόνια για να γράψει το λιμπρέτο και να συνθέσει τη μουσική του Ερωτόκριτου. Από τους 10.000 και πλέον στίχους του Βιτσέντζου Κορνάρου σχημάτισε μία συναρπαστική ιστορία νεανικού έρωτα, την οποία έντυσε με ένα εξαιρετικό μείγμα έντεχνου ελληνικού τραγουδιού, jazz και blues. Η γρήγορη εναλλαγή μελωδιών και ρυθμών έφερνε στο μυαλό τεράστιες παραγωγές του West End και οι ύμνοι στον έρωτα ήταν ικανοί να δημιουργήσουν ανάταση και στην πιο κουρασμένη ψυχή. Είναι χαρακτηριστικό ότι η παράσταση που παρακολουθήσαμε το Σάββατο 6 Μαΐου διακόπηκε τουλάχιστον 5 φορές από τα χειροκροτήματα του κοινού – κάτι απίθανο για μουσικό έργο που παρουσιάζεται για πρώτη φορά.
Ο Κωνσταντίνος Ρήγος σοφά άφησε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη μουσική, σκηνοθετώντας μία παράσταση με ποιητική έμπνευση και δημιουργική φαντασία. Κορυφαίες σκηνές της παράστασης σκηνοθετικά, ήταν η πρώτη συνάντηση του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας πάνω σε διαφορετικές εξέδρες και η απελευθέρωση της Αρετούσας από τη νάιλον φυλακή της. Η έντονη χρήση του βίντεο ίσως κάποιες στιγμές να προσέφερε στον θεατή πολλές οπτικές πληροφορίες ταυτόχρονα (σκηνική δράση, βίντεο και παρακολούθηση υπέρτιτλων), αλλά στο σύνολό της έδινε το σύγχρονο στίγμα της παράστασης, μεγεθύνοντας αντιδράσεις και συναισθήματα. Ο Ρήγος υπηρέτησε το μουσικό έργο με την εξαιρετική αισθητική του, δίνοντας μοναδικό σχήμα σε έναν ολόκληρο νέο θεατρικό κόσμο.
Ο Θοδωρής Βουτσικάκης αποδείχτηκε ένας ιδανικός Ερωτόκριτος. Ορμητικός και συνάμα σεβαστικός, γενναίος πολεμιστής αλλά και ερωτευμένο παλικάρι, ένας διαχρονικός νέος ιππότης που κάθε κοπέλα θα ερωτευόταν.
Η Μαρίνα Σάττι απογείωσε τον χαρακτήρα της Αρετούσας. Ρομαντική αλλά και πεισματάρα, αδύναμη και ταυτόχρονα σίγουρη για τις επιλογές της, τραγούδησε τον Έρωτα με βαθύ συναίσθημα που δόνησε την αίθουσα.
Η Ιωάννα Φόρτη μας προσέφερε την εμπειρία των πιο σπαρακτικών μπλουζ με ελληνικό στίχο που έχουμε ακούσει. Ελπίζουμε στην ηχογράφηση της παράστασης για να μπορούμε να την απολαμβάνουμε κατά βούληση.
Εξαιρετική η σκέψη των συντελεστών της παράστασης να προβάλλονται σε υπέρτιτλους οι στίχοι του Βιτσέντζου Κορνάρου που επέλεξε ο Μαραμής για το λιμπρέτο του. Ήταν μία πολύτιμη βοήθεια ιδιαίτερα για τους νέους ώστε να έρθουν σε βαθύτερη επαφή με την ποίηση του Κορνάρου την ώρα που την απολάμβαναν ηχητικά.
Σπάνια στις μέρες μας βγαίνεις από μία παράσταση με ψυχική ανάταση, την αίσθηση ότι γεννήθηκε μπροστά στις αισθήσεις σου κάτι καινούργιο, κάτι σπουδαίο, κάτι που ήρθε για να μείνει. Ο Ερωτόκριτος του Μαραμή το πέτυχε αυτό και του αξίζει το μεγάλο χειροκρότημα του κοινού. Μπράβο!
Του Γιώργου Λεωτσάκου
ΜΗΤΕ ΠΕΡΥΣΙ, ΣΤΗΝ ΚΡΙΤΙΚΗΝ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ τῶν ἐγκαινίίων τῆς Ἐναλλακτικῆς Σκηνῆς μὲ τὴν ἀνεπανάληπτη συναυλίία ἔργων Γιάννη Χρήστου, μήήτε καὶ στὸ ἀμέέσως προηγούύμενο (Ι.: ἄκρως προβλημα- τισμέένο, καὶ βασισμέένο σὲ χειροπιαστὲς πραγματικότητες, ἱστορικὸ χρονικὸ τοῦ φαληρικοῦ ἐγχειρήήματος τοῦ ΚΠΙΣΝ ) ἀσχοληθήήκαμε μὲ τὴν ὡραιότητην αἴθουσα ποὺ φιλοξενοῦσε τὶς δύύο ἐκδηλώσεις. Λάθος μας, φυσικά. Ἐλαφρὰ κατωφερική, μὲ χαμηλότατα σκαλοπάτια μὴ προβλη- ματικὰ γιὰ ἄτομα μὲ εἰδικὲς ἀνάάγκες- συντομογρ.: ΑΜΕΑ) μὲ πορφυρᾶ καθίσματα, σὲ σειρὲς χωρισμένες ἔτσι μεταξύύ τους ὥστε κάάθε μίία νὰ ἀφήνει ἄφθονο χῶρο στὸν (μονίμως ἀργοπορημένο) Ρωμηό, γιὰ νὰ μὴ σ ͂ε τσαλαπατᾶ καὶ σοῦ στραπατσάάρει τὴ μπάκα, ὅπως συμβαίνει στὸ Μέέ- γαρο, εἶναι ἄμεση ἀνακούφιση καὶ χαλάρωση ἀπὸ τὸ ἄγχος ποὺ σ᾽ἐμένα τοὐλάχιστον ἀκόόμη προκαλεῖ ἡ περιπέτεια μεταβάσεως καὶ ἀφίξεως στὸ ΚΠΙΣΝ, πάάντα ἀρκετὰ νωρὶς γιὰ νὰ προλάάβω νὰ ἐνημερωθῶ ἀνέτως ἀπὸ
1
Καλὰ τὰ ἀρκτικόλεξα, ἀλλὰ ἐπιβάλλεται τὴν πρώτη φορὰ νὰ ἐξηγεῖς τὶ σημαί- νουν: ΚΠΙΣΝ λοιπὸν = Κέντρο Πολιτιστικοῦ Ἱδρύματος “Σταῦρος Νιάρχος”. Λ.χ. ποτὲ δὲν κατόόρθωσα νὰ μάθω (ἴσως γιατὶ δὲ μὲ ἀφορᾶ ἄμεσα) τὶ σημαίί- νει…ΚΕΕΛΠΝΟ: Κέέντρο Προλήήψεως καὶ Ἐλέγχου Νοσημάτων.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΑΜΗΣ:-2-ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ |ΚΟΡΝΑΡΟΣ
τὸ πρόγραμμα γιὰ τὰ διαμειφθησόμενα. Τὰ σωστά-σωστὰ, καὶ νὰ λέγωνται καὶ νὰ ὑπερτονίζωνται.
Λοιπὸν: ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΡΑΜΗ: Ἐρωτόκριτος, μιούζικαλ σὲ 2 πράξεις, ἀποκλειστικῶς πάνω στοὺς θείους καὶ ἑλληνικότατους 15συλλά- βους τοῦ ἐκ Σητείίας Κρητὸς Βιντσέντζου Κορνάρου (γ. 26 Μαρτίίου 1553―θ. 1613 ἢ 1614), 12 χρόνια μικρότερο ἀπὸ τὸν Τρισμέγιστο συμπατριώτη του Δομήνικο Θεοτοκόπουλο (γ. 1541-θ. 7 Ἀπριλίίου 16- 14), ποὺ φαίνεται ὅμως πὼς ἐξεδήμησαν κοντά-κοντά. Τὸ ὄνομα τοῦ νέου συνθέτου (ὀπτικὰ δείχνει μικρότερος ἀπὸ τὰ μισά μου χρόνια) μοῦ ἦταν ἐντελῶς ἄγνωστο. Τὸ ὅτι τὸ μιούζικαλ ἀποτελοῦσε παραγγελία τῆς Λυρικῆς μὲ καθιστοῦσε, ὁμολογῶ, ἐπιφυλακτικό. Χρειάστηκε νὰ τε- λειώσει, γιὰ νὰ συνειδηποιήσω ὅτι οἱ ἀτσαλόπλεχτες συνιστῶσες του ἦταν ἀδύύνατο νὰ σχολιασθοῦν χωριστά. Μιὰ τελικῶς μεγαλειώδους ἑνότητος σύλληψη μὲ πυρήνα τοὺς 10.012 ἰαμβικοὺς 15συλλάβους, τῆς «ἔμμετρης μυθιστορίας», ποὺ παρὰ τὴν ἁπλότητά της κρύβει τρομερὸ ἀφηγηματικό; θεατρικό; (πέστε το ὅπως θέλετε) suspense: οἱ Δημήτρης Μαραμῆς (συνθέτης), Κωνσταντίνος Ρῆγος (σκηνοθεσία, σκηνογραφία, σκηνικό), Βασίλης Κεχαγιᾶς (live camera), σκέέφτηκαν, δούύλεψαν καὶ συλλει- τούργησαν σὰν ἕνα ἄτομο καὶ μία ψυχὴ, ἀναδεικνύοντας ποιητικὴ δημι- ουργία, θὰ ἔλεγα, ἀρχαιοελληνικοῦ μεγαλείου. Ἔτσι, ὅπως δὲν τὰ κατά- φεραν αὐτοὶ ποὺ μιὰ ζωὴν ἀποκαλοῦσα μέέσα μου «συγκροτημα-τιακοὶ διανοούύμενοι», καθ’ ὅ προσκείμενοι στὸν, ὑπαιτιότητι τοῦ ἄλλοτε Τσάρου του Χρήστου Δ. Λαμπράάκη, πνέέοντα τὰ λοίίσθια Δ.Ο.Λ.: Σεφέρηδες (ἐν τάξει Νόμπελ· καὶ τὶ ἔγινε; ἐδῶ τὸ πῆρε ὁ…Μπὸμπ Ντύλαν), Πολίτηδες, Δημαράδες κ. ἄ.
Καταγράφω τὶς ἐντυπώσεις μου κατά…χρονολογικὴ σειρά: ἐν ἀρχῇ ἦν ἡ μουσική, τὴν ὁποίία διηύθυνεν ἄψογα καὶ ἐπαγγελματικότατα ὁ συνθέτης (σπουδές: Βασιλικὸ Κολλέγιο Μουσικῆς τῆς Οὐαλλίας), ἀπὸ τὸ πιάνο, μέέρος τῆς παρτιτούύρας ποὺ τὸ πρόγραμμα ἀποσιωποῦσε. 9 λοιπὸν θαυμάσιοι μουσικοί, στὴ σειρὰ τῆς παρτιτούρας: Γκουΐΐντο ντὲ Φλάβις, σαξόφωνο· Θεοδόση Σμυρνιός, τρομπέτα· Σπύρος Βεργῆς, τρομπόνι· Βασίλης Παναγιωτόπουλος, drums· Διονύύσης Βερβιτσιώτης, βιολί· Γιῶργος Γαϊτάνος, βιόλα· Μιχάλης Πορφύρης, βιολοντσέλο· Γιῶργος Ἀρνῆς, κοντραμπάσο, Ἆθλος ἡ διεύθυνση τοῦ 8μελοῦς ἀνδρικοῦ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΑΜΗΣ:-3-ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ |ΚΟΡΝΑΡΟΣ
φωνητικοῦ συνόλου (3 τενόροι, 3 βαρύτονοι, 1 μπασοβαρύτονος, 1 βαθύ-φωνος) ἀπὸ τὴ χαρισματικὴ, μουσικότατη, Μάτα Κατσούλη.
Αʹ ΠΡΑΞΗ: ἀμήχανα παρακολουθοῦσα τὸ εὔρο μιᾶς μουσικῆς ποὺ ἄφηνε τὴν ἐντύύπωση ὅτι, ἀγνοώντας μετατροπίες, παρέμενε σὲ μία μόνο τονικότητα, ἀρκετὰ πυκνὴ ἠχητικὰ ὥστε νὰ ξορκίζει τὴ μονοτονία ἀπὸ τὸ συνεχὲς ρυθμικὸ ἰσοκράτημα τῶν κρουστῶν. Δὲν ἔλειψαν ὡστόσο οἱ ἀξιοσημείωτες στιγμές: 1. Ἡ Ἀρετοῦσα, διαβάζει τὰ γράμματα τοῦ Ἐρωτόκριτου, ἀνακαλύπτοντας τὸ μυστηριώδη τροβαδοῦρο της. 2. Δια- λεχτὸ ἀπόσπασμα, ἡ ρυθμικὴ «ἄρια» τῆς Νένας ὅταν συνειδητοποιεῖ τοὺς κινδύνους ποὺ θὰ ἀντιμετωπίσουν οἱ δύύο νέέοι. 3. Ἡ πρώώτη συνάντηση τῶν δύο ἐραστῶν, ὅπου, ἄν δὲ σφάλουμε, πρωτακούγεται τὸ πασίγνωστο κρητικὸ μοτίβο τοῦ Ἐρωτόκριτου, ὑποβαθμισμένα χαρακτηριζόμενου ὡς «ἔμμετρη μυθιστορία». 4. Ἡ σκηνὴ ὅπου ὁ Ἐρωτόόκριτος ζητᾶ τὴν Ἀρετοῦσα σὲ γάμο ἀπὸ τὸ Ρήγα πατέρα της―παρεμπιπτόντως μὲ στέμ- μα, κοστοῦμι τοῦ τέννις, ρακέτα καὶ μπαλλάκι: τὸ ἀντιμετωπίσαμε μὲ συγκαταβατικότατο μειδίαμα, ἄλλωστε συνηθίσαμε κάτι τέτοια― κάποτε μπορεῖ καὶ νὰ «ὠφελοῦν» ἕνα ἔργο. 5. Ἡ στερνὴ συνάντηση Ἀρετούσας-Ἐρωτόκριτου ἀποκλειστικὰ πάάνω σὲ κρητικὰ μοτίβα, εὐτυ- χῶς, εὐτυχέστατα ἀποφολκλοροποιημένα. Στὸ διάλειμμα ὡστόσο εἴμαστε ἀκόμη «μουδιασμένοι».
Βʹ ΠΡΑΞΗ: Ἐδῶ ἡ παρτιτούρα διέγραψεν ἐντυπωσιακὴν ἀνιοῦ- σα: 1. Μονόλογος τῆς Νένας Γροικῆστε τοῦ ἔρωτα. 2. Ἕνα ντουέέτο (γυναίκα-ἄντρας, στὰ σκοτεινὰ φτύνεις αἷμα νὰ κρατᾶς σημειώώσεις), σὲ μέτρο ἴσως 6/8, ποὺ ἐξυπνότατα θύμιζε νέγρικο σπιρίτσουαλ. 3. Ὑποκριτικὸ καὶ μουσικὸ κορύύφωμα ἡ ἄγρια σύγκρουση Ρήγα-Ἀρετούσας. 3. Ἡ Ἀρετοῦσα στὴ φυλακή, ἀργὸ κρητικὸ lamentoso. 4. Ὁ πόλεμος ποὺ θὰ ἀναδείξει τὸν Ἐρωτόκριτο θριαμβευτή. 5. Ἡ σκηνὴ Ἀρετούύσας καὶ Χορῳδίίας, ποὺ μὲ ξαναέφερε στὸ μεταίχμιο δεκαετίίας 1950-60, μὲ τὸ ἀνεπανάάληπτο νέέγρικο φωνητικὸ θέέαμα Black Nativity, ἰλιγγιώδη ἀπογείωση ἔνθεου διονυσιασμοῦ. Εἶχα πρὸ πολλοῦ πάψει νὰ ἀναζητῶ μετατροπίες. 6. Ὁ θαυμάσιος διάλογος Ρήγα μὲ τὸ νικητὴ Ἐρωτόκριτο. 7. Ἡ δοκιμασία τῆς πίστης τῆς Ἀρετούύσας. 8. Ὁ Ἐρωτόόκριτος δίνει τὸ δαχτυλίίδι τῆς Ἀρετούύσας στὴ Νέένα. 9. Ὁ φίλος του Πολύδωρος, ζητᾶ ἀπὸ τὸν ἥρωα νὰ σταματήσει τὴ δοκιμασίία. 10. Ὁ Ἐρωτόκριτος
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΑΜΗΣ:-4-ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ |ΚΟΡΝΑΡΟΣ
σκηνοθετεῖ τὸ «θάνατό» του. 11. Δραματικὸ καὶ μουσικὸ ὑπερκορύφωμα ἡ ἀπόφαση τῆς Ἀρετούσας νὰ πεθάνει.
Ὅλα αὐτὰ πάάνω σὲ ἕνα μοναδικό, πλὴν λειτουργικότατα πολυεπί- πεδο σκηνικόό, μὲ σκαλοπάτια μεταξὺ τῶν ἐπιπέδων, ποὺ μεταμορφωνόν- ταν σὲ ὅ,τι ὑπέβαλε τὸ κείμενο, παλάτι, σπίτι τοῦ Ἐρωτόκριτου, ἀργό- τερα φυλακὴ Ἀρετούσας κ.ο.κ. Εὑρηματικὴ κίνηση μονῳδῶν καὶ (μικρο)συνόλων πάνω του. Ὅ,τι ὅμως ἐντυπωσίαζε ἦταν ἡ ἀδιάλειπτη ροὴ μαυρόόασπρων κινηματογραφικῶν εἰκόνων πάνω σὲ μεγάλη ὀθόνη, ποιητικὲς εἰκόνες (λ.χ. πουλιά) διανθισμένες μὲ ἐκφραστικότατα γκρὸ πλάν τῶν ἠθοποιῶν: σὲ ἰλιγγιώδη συγχρονισμὸ μὲ τὸ τραγούδι, οἱ θεῖοι στίχοι τοῦ Κορνάάρου (ἀποκλειστικῶς αὐτοὶ ἀπετέλεσαν τὸ κείμενο!) προβάλλονταν αὐτοστιγμεὶ στὸ παραλληλόγραμμο τῶν ὑπερτίτλων. Εὐ- φυέστατο εὕρημα, ὁ χωρισμὸς τοῦ ἔργου σὲ «σκηνὲς» χάρη σὲ τίτλους- ἐπιγραφές κατὰ τὰ πρότυπα τοῦ βωβοῦ κινηματογράφου. Λ.χ. «ὁ Μυστι- κὸς Ἀρραβώνας» ἢ «ὁ Ἀποχωρισμός». Ἀδιάσπαστη ἑλληνικὴ συνέχεια: ὁμηρικὰ ἔπη, δημοτικὰ τραγούύδια τοῦ Διγενῆ, Ἐρωτόκριτος, ἀληθινὸ μάάθημα Ἑλληνογνωσίας. Δεχθήκαμε εὐχάριστα (σκηνὴ τοῦ πολέμου) ἀκόμη καὶ τὰ ἐπὶ τῆς ὀθόνης ἐλικόπτερα.
Οἱ μαυρόόασπρες προβολὲς ἀνάδειξαν θαυμαστὰ τὸ ὁλόψυχο δόσιμο μονωδῶν τε καὶ χορῳδῶν σὲ ἕνα τραγοῦδι ναὶ μὲν ἠχοχρώματος σχεδὸν ὁμοιόμορφα jazzy, ἀλλὰ γεμᾶτο ψυχὴ καὶ πεποίθηση. Μαγευτικοῦ κάλλους σὲ τραγοῦδι, παίξιμο καὶ ἐμφάνιση Ἀρετοῦσα ἡ Μαρίνα Σάττι, ἀντάξιός της ᾽᾿Ερωτόκριτος ὁ Θοδωρῆς Βουτσικάκης. Ἔπλασαν θαυμά- σια τὸ τραγοῦδι καὶ ἰδίως τοὺς ρόλους τους ὁ Πολύδωρος (Γκωτιὲ Βε- λισσάρης), ἡ κατάξανθη καὶ διοπτροφόρος Νέένα (Ἰωάννα Φόρτη) καὶ last but not least (ἑλληνιστί: τελευταῖος ἀλλ’ ὄχι ἔσχατος) ὁ Ρήγας (Κωστῆς Μαυρογένης). Ἆ, ξεχάσαμε κάτι σημαντικότατο: τὸ φινάλε μὲ τὴν ὑπέροχη «ὀμαδικὴ συνεύρεση», κοινῶς παρτούζα. Ἐδῶ ὁ κ. Ρῆγος θριάμβευσε (πῶς νὰ γίνει; τὸ γ… θαυματουργεῖ διαχρονικῶς) καίτοι δεύτερος καὶ καταϊδρωμέένος. Μὲ παρτούζα (καὶ δὴ μὲ…«ἄρθρα κατ’ ἄρθρων»!) τελείωνε τὴ μνημειώδη χορογραφία του (1959) τῆς στραβίνσκειας Ἱεροτελεστίας τῆς Ἀνοίξεως ὁ Μωρὶς Μπεζάρ [Maurice Béjart, 1927-2007], κάνοντας προδικτατορικῶς ἕνα κατάμεστο Ἡρώδειο νὰ ξεσπάσει σὲ θυελλώδη χειροκροτήματα καὶ ἐγκωμιαστικὲς ἰαχές.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΑΜΗΣ:-5-ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ |ΚΟΡΝΑΡΟΣ
Συνελόντι δ’ εἰπεῖν: μάθημα Ἑλληνογνωσίας, θὰ προτείναμε νὰ περάσει ὁ κατὰ Μαραμῆν Ἐρωτόκριτος, ἀκριβῶς ἔτσι ὅπως εἲναι, στὸ μόνιμο ρεπερτόριο τῆς Λυρικῆς. Κι’ ἀκόόμη: συγχαίρουμε θερμότατα τὴ μουσικολόγο Κα Σοφία Κομποτιάτη γιὰ τὴ θαυμάάσια ἐπιλογὴ τῶν κειμένων (μόόνο τὸ χρονολόγιο ἀξίζει κάθε ἐγκώμιο!) προγράμματος, ἄξιου νὰ περιληφθεῖ στὶς βιβλιογραφίες Κορνάρου καί, εὐχόμαστε, τοῦ κ. Μαραμῆ.
Του Γιώργου Χαρωνίτη/athinorama.gr
Ξεκινάω από το βασικό. Ο “Ερωτόκριτος” του Δημήτρη Μαραμή είναι ένα από τα πιο όμορφα ακροάματα / μουσικά θεάματα που έχω βιώσει τελευταία – μια πραγματική απόλαυση σύγχρονης μουσικής πράξης και δράσης. Οφείλω να πω πως, λόγω καταγωγής, ο “Ερωτόκριτος” του Βιτσέντζου Κορνάρου αποτελεί θεμελιώδες συστατικό της μουσικής μου κουλτούρας (ο πατέρας μου μας τον τραγουδούσε, σ’ εμένα και την αδελφή μου, όταν είμαστε μικρά παιδιά) . Συνεπώς, είμαι απόλυτα εξοικειωμένος τόσο με το περιεχόμενό του όσο και με τις παραδοσιακές του μελοτροπίες. Τόσο πολύ ώστε να μην αναρωτιέμαι καν για ενδεχόμενη καλλιτεχνική προσέγγιση που να ανατρέπει τα (όποια ) δεδομένα.
Ο Μαραμής εδώ κάνει το εξής: μελοποιεί (επιλεκτικά ) την ποιητική του Κορνάρου ακολουθώντας πιστά την δραματουργική της εξέλιξη αλλά, παράλληλα, κινούμενος πάνω σε μια εντελώς καινούρια μουσική βάση που αντλεί από πλήθος στοιχείων (κλασικών, παραδοσιακών, μουσικοθεατρικών κ.λπ. ), κρατώντας μια βασική μπλουζίστικη και τζαζική δόμηση που ταιριάζει απόλυτα με την ποιητική μορφή του “Ερωτόκριτου”. Έτσι, φέρνει μια καινούρια νεανική δυναμική και ζωή στο ποίημα – αντλώντας παράλληλα από τα δραματουργικά του στοιχεία – που το κάνει στοιχείο της παράδοσης του καθένα μας πια.
Τολμώ να πω ότι ο Δημήτρης Μαραμής έχει “δει” τον “Ερωτόκριτο” με μια ιδιοφυή εντελώς δική του αντίληψη και έχει “γεννήσει” μέσα από αυτόν ένα καινούριο έργο. Το έργο αυτό αποδίδεται από ένα σπουδαίο γκρουπ μουσικών – εγχόρδων και πνευστών, πιάνου (με τον ίδιο τον συνθέτη ) και ντραμς – και από μια ομάδα ερμηνευτών ΜΟΝΑΔΙΚΗ: υπέροχοι οι Θοδωρής Βουτσικάκης, Μαρίνα Σάττι, Γκωτιέ Βελισσάρης, Ιωάννα Φόρτη αλλά και ΟΛΟΙ οι άλλοι, χωρίς κανείς να εξαιρείται. Ένας θίασος πραγματικά δημιουργικός σε μια μουσικοθεατρική πράξη τελειότητας που εκτοξεύεται ακόμα παραπέρα από την δημιουργική σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Ρήγου. Προσωπικά, μου είναι δύσκολο να περιγράψω όλη αυτή τη street beat αισθητική, με την live κάμερα που καταγράφει περισσότερο συναισθήματα παρά εικόνες. Έχουμε ένα συνολικό βίωμα – από το οποίο κάτι λίγο μας ξεφεύγει καθώς το βλέμμα μας πρέπει να πηγαίνει και στους υπέρτιτλους (βλέπετε, η Κρητική διάλεκτος έχει κάποιες μικρές δυσκολίες! ).
Συνολικά, πρόκειται όχι απλώς για ένα masterpiece αλλά για ένα masterwork! Υπέροχες ερμηνείες από τους πρωταγωνιστές και από όλους τους συντελεστές. Μουσική γεμάτη φρεσκάδα που βγαίνει μέσα από δημιουργική σύμπλευση ποικίλων παραδόσεων έτσι ώστε να δίνει κάτι καινούριο, να φτιάχνει μια νέα παράδοση. Εντείνοντας και τη συγκίνηση – όπως πρέπει πάντα να την έχουμε ως ανελλιπές κριτήριο. Ο “Ερωτόκριτος” είναι ένα έξοχο σύγχρονο έργο που ταιριάζει απόλυτα και στην έννοια της Εναλλακτικής Σκηνής. Όσοι δεν το είδαν και δεν το χάρηκαν μάλλον θα πρέπει να περιμένουν την επόμενη σεζόν.
Του Φραγκίσκου Κοντορούση/bookpress.gr
Δεν είναι η πρώτη φορά που το αριστούργημα των δέκα χιλιάδων στίχων του Βιντσέντζου Κορνάρου μελοποιείται και παρουσιάζεται, είτε επί σκηνής είτε ηχογραφημένα. Καταγράφονται, ήδη από το 1929, τουλάχιστον οκτώ διαφορετικές οπερατικές και θεατρικές διασκευές του. Ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει στην ιστορική παράσταση του 1965 από το Ελληνικό Χορόδραμα σε μουσική Νίκου Μαμαγκάκη, χορογραφία Ραλλούς Μάνου και σκηνικά/κοστούμια Δημήτρη Μυταρά. Το 1976, ο σπουδαίος Νίκος Ξυλούρης ολοκληρώνει τη (δημοφιλέστατη μέχρι σήμερα) ηχογράφηση του «Ερωτόκριτου» σε ενορχήστρωση Χριστόδουλου Χάλαρη.
Ο κ. Δημήτρης Μαραμής αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το πρωτότυπο κείμενο του Κορνάρου, μη ακολουθώντας την αυστηρή γραμμική εξέλιξη της πλοκής, αλλά επιλέγοντας σκόρπιους στίχους και δημιουργώντας σκηνές που δεν υπάρχουν στο πρωτότυπο, προκειμένου να δημιουργηθούν ντουέτα, τρίο και κουαρτέτα. Δεν διαφοροποίησε ωστόσο τη θεματική του έργου και την εξέλιξη του μύθου. Οι επιλογές που έγιναν παρήγαγαν ένα «νέο» έργο, αυτόνομο στη δομή και την εξέλιξή του.
Επενδύοντας μουσικά τους στίχους που επέλεξε ή δημιούργησε, ο κ. Μαραμής ακολούθησε εντελώς διαφορετική προσέγγιση σε σχέση με την πολύ γνωστή, ρυθμικά και μελωδικά, παραδοσιακή μελοποίηση. Η Α’ πράξη του έργου βασίστηκε κυρίως στην πεντατονική κλίμακα και στη ρυθμική αγωγή και αρμονία των μπλουζ. Η πράξη έκλεισε με το ντουέτο του αποχωρισμού, το μοναδικό απόσπασμα του μιούζικαλ που διακριτικά «κλείνει το μάτι» στην παραδοσιακή μελοποίηση και το οποίο οδηγεί μουσικά στη Β’ πράξη, απαρτισμένη κυρίως από στοιχεία της παραδοσιακής ελληνικής αλλά και της ροκ μουσικής.
Η μουσική προσέγγιση του κ. Μαραμή αποδείχθηκε λειτουργική κυρίως στη Β’ πράξη, αφού ο ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος, τουλάχιστον στην αντίληψη του ελληνικού κοινού, αποζητά εκ των πραγμάτων το ακανόνιστο μέτρο των 5/8 και 7/8, ενώ η ενσωμάτωση των ροκ στοιχείων λειτούργησε ως υφολογική συμβολή στο νεαρό της ηλικίας των ηρώων αλλά και στη συνολική «εφηβική» διάθεση του έργου. Αντίθετα, ο μπλουζ χαρακτήρας της Α’ πράξης, αν και έδεσε απρόσμενα καλά με την κρητική εκφορά του λόγου, δεν υποστήριξε ικανοποιητικά το νόημα του κειμένου και την ατμόσφαιρα που επέλεξε ο σκηνοθέτης της παράστασης.
Το έργο ανέδειξε τις ενορχηστρωτικές ικανότητες του συνθέτη, καθώς και τον επαρκέστατο χειρισμό των πλούσιων αρμονικών και ρυθμικών ιδεών. Ωστόσο, η στατικότητα των μελωδικών γραμμών και η συχνή επανάληψή τους μάλλον κούρασαν, ιδίως στο Α΄ μέρος.
Άρτια παράσταση, φρέσκα πρόσωπα
Ο κ. Ρήγος έστησε ένα λιτό, σκοτεινό, εξαιρετικά λειτουργικό σκηνικό, με σκάλες και πλατφόρμες που κινούνταν στις δύο διαστάσεις της σκηνής, αναδομώντας συνεχώς τον χώρο. Έδωσε στους σολίστ και στους χορωδούς εντολές για συνεχείς αντιστικτικές κινήσεις, που δεν κούρασαν το κοινό, αν και οι τοποθετήσεις των χορωδών ενίοτε αποδυνάμωναν την έντασή τους καλύπτοντας το τραγούδι πίσω από τον όγκο της ορχήστρας. Ευφυές εύρημα αποδείχθηκε η ζωντανή χρήση κάμερας για την διαρκή προβολή στο φόντο της σκηνής των δρώμενων και, κυρίως, των εκφράσεων των πρωταγωνιστών.
Τα κοστούμια του κ. Σεγρεδάκη, σύγχρονα αλλά με στοιχεία του παρελθόντος, υπηρέτησαν τη συνολική σκηνοθετική σύλληψη. Ευθεία αναφορά στα δημοφιλέστατα μιούζικαλ του παλιού ελληνικού κινηματογράφου αποτέλεσανι επιλογές κστουμιών του Ρήγα και της Νένας. Έξοχοι οι φωτισμοί του κ. Τζιόγκα.
Ο κ. Βουτσικάκης (Ερωτόκριτος) και ο κ. Βελισσάρης (Πολύδωρος) υποστήριξαν τον ρόλο τους, βασισμένοι κυρίως στη δροσιά του νεανικού τους παρουσιαστικού και στις τονικά σωστές τους τοποθετήσεις. Η κα. Σάττι (Αρετούσα) μας έδειξε ότι διαθέτει και υποκριτικό ταλέντο, εκτός από σωστή φωνή, αφού κατάφερε να συγκινήσει το κοινό θρηνώντας τον Ερωτόκριτο. Η κα. Φόρτη (Νένα) ήταν ίσως η μουσικά πιο στέρεη παρουσία, στηριζόμενη στην σημαντική της εμπειρία, ενώ ο κ. Μαυρογένης (Ρήγας) υπηρέτησε με επιτυχία ίσως τον πιο αμήχανο και μουσικά ασαφή ρόλο του έργου. Αξίζει πάντως να σχολιάσουμε πως ο διαρκώς αυξανόμενος αριθμός των μιούζικαλ που ανεβαίνουν, καταδεικνύει την ανάγκη να συστηματοποιηθούν και στη χώρα μας οι σπουδές στο συγκεκριμένο θεατρικό είδος.
Τέλος, τα δύο σύνολα (φωνητικό και οργανικό) λειτούργησαν με εξαιρετικό συγχρονισμό, χωρίς λάθη και με αρκετό κέφι. Συνολικά, μια τεχνικά άρτια παράσταση, ένα φρέσκο σε ιδέες και πρωταγωνιστές μιούζικαλ, μια καλή αρχή για την Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο ΚΠΙΣΝ.
Ποιο είναι το genre;
Το σημείωμα του συνθέτη στο πρόγραμμα της παράστασης μας επισημαίνει οπερατικά στοιχεία που συναντώνται στο έργο: «Μιούζικαλ με δομή όπερας», «λάιτμοτίφ», «λιμπρέτο». Γνώμη μας είναι ότι η, έστω και έμμεση, προσπάθεια να μεταβαπτισθεί το μιούζικαλ σε όπερα καταλήγει στο να το αδικεί. Συνθέτες εκτός «πεδίου» όπερας σε όλον τον κόσμο συχνά δανείζονται το μελοδραματικό στοιχείο και το πομπώδες ύφος από έργα του λυρικού θεάτρου, χωρίς να λαμβάνουν υπόψιν το γεγονός πως η όπερα βασίζεται κυρίως στη μουσική, ενώ το μουσικό θέατρο κυρίως στον λόγο. Έτσι, με ένα λιμπρέτο αρκετά περίπλοκο και λογοτεχνικά καταξιωμένο (όπως είναι η περίπτωση του «Ερωτόκριτου» ή της «Φόνισσας» , φερ’ ειπείν), μεταφέρουν σε διαφορετικό ύφος τις επιρροές τους από την όπερα και αφηγούνται τη γνωστή από τη λογοτεχνία ιστορία με πιο ακαδημαϊκό τρόπο. Εξ ορισμού κανένα από τα δυο είδη δεν είναι ανώτερο, άρα το ζήτημα δεν είναι η ιεράρχηση: για παράδειγμα, η «Κάρμεν» του Μπιζέ ή οι «Παλιάτσοι» του Λεονκαβάλο αγαπήθηκαν από ευρύ και αμφιβόλως μουσικά καλλιεργημένο κοινό, ενώ πάλι κάποια μιούζικαλ παρέμειναν δύσληπτα και προϋπέθεταν υψηλό ποσοστό μουσικής παιδείας. Ούτε, από την άλλη, ο περίπλοκος χαρακτήρας της μουσικής σύνθεσης αποτελεί προνόμιο της όπερας, όπως θα το αποδείκνυε περίτρανα το παράδειγμα του Άντριου Λόιντ Ουέμπερ ή του Μπέρνσταϊν. Ή ίδια η φύση των στίχων, το μουσικό ύφος των τραγουδιών, το θεματολογικό περιεχόμενο, η ενορχήστρωση και η περιπλοκότητα της όλης σύνθεσης μάλλον θα έπρεπε να είναι τα κριτήρια ποιότητας, και όχι το genre. Το να παραμείνεις πιστός σε ένα λογοτέχνημα δεν σημαίνει εξ ορισμού πως θα προδώσεις την τέχνη της μουσικής σύνθεσης, κάθε άλλο, ωστόσο η άντληση πρώτης ύλης από διαφορετικά είδη και στυλ (παραδοσιακή μουσική, σύγχρονη κλασική μουσική, ατονάλ μοντερνισμός, πανκ, κ.ο.κ. ) κατά κανόνα παράγει ένα δυνατό σκηνικό αποτέλεσμα, που δημιουργεί μια εγχώρια παράδοση σ’ αυτό το νέο είδος. Ας μην ξεχνάμε πως και τα δύο (όπερα και μουσικό θέατρο) είναι σκηνικά δρώμενα και κρίνονται ως τέτοια. Τηρουμένων των αναλογιών, λοιπόν, το διασκεδαστικό και δροσερό μιούζικαλ του κύριου Μαραμή όπερα σαφώς δεν είναι. Και θα ήταν άδικο για το ίδιο να κριθεί ως τέτοια.
Της Λένας Λουλούδη/mousikogramma.gr
Περιμέναμε με αγωνία την πρεμιέρα του Ερωτόκριτου, καθώς τόσο η πραγματικά μεγάλη διαφήμιση, όσο και η αναμονή μιας νέας σύνθεσης πάνω σε ένα τόσο εμβληματικό έργο, όσο ο Ερωτόκριτος του Βιτσένζου Κορνάρου, μας είχαν εξάψει την περιέργεια.
στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, που ήταν γεμάτη με φίλους, καλλιτέχνες και ένα πολύ ένθερμο κοινό, όπως αποδείχτηκε στην πορεία της βραδιάς, η ορχήστρα (που ήταν τοποθετημένη στην μέση της σκηνής και πιο χαμηλά από την κύρια σκηνή, με την δράση να διαδραματίζεται πίσω και μπροστά της) κούρδιζε κατά την είσοδο του κοινού. Το σκηνικό λιτό, με κάγκελα και σιδεριές που πηγαινοέρχονταν καθόλη την διάρκεια της παράστασης, ανάλογα με τις ανάγκες.
Ένας χορός 8 τραγουδιστών με πολύ καλές φωνές κατά την έναρξη, για να εμφανιστεί ο Θοδωρής Βουτσικάκης, ο Ερωτόκριτος, που μας συνεπήρε κατευθείαν με το πρώτο τραγούδι. Ένα εξαιρετικό blues, προσαρμοσμένο άψογα στον 15συλλαβο στίχο του Κορνάρου.
Όλη η δράση πραγματοποιήθηκε με τραγούδια, απόδειξη ότι ο Δημήτρης Μαραμής έκανε επεμβάσεις και στο κείμενο, που ήταν όμως άριστα ταιριασμένες με τον πρωτότυπο στίχο.
Όλη η επιλογή των συντελεστών ήταν ιδιαίτερα προσεγμένη. Είδαμε και ακούσαμε εξαιρετικές ερμηνείες και η παράσταση είχε αρκετά δυνατές στιγμές!
Η Ιωάννα Φόρτη στο ρόλο της Νένας απέδειξε περίτρανα τις φωνητικές της ικανότητες , ερμηνεύοντας δύσκολα και απαιτητικά κομμάτια, εισπράττοντας δικαίως το πρώτο μεγάλο χειροκρότημα της βραδιάς.
Εξαιρετικός και ο Gautier στο ρόλο του Πολύδωρα, αδερφικού φίλου του Ερωτόκριτου.
Πολύ καλή και η Μαρίνα Σάττι, που όμως μάλλον με το άγχος της πρεμιέρας, δεν ήταν όσο θα θέλαμε μέσα στο ρόλο της ερωτευμένης Αρετούσας στο πρώτο μέρος της παράστασης, ενώ ήταν εξαιρετική στο δεύτερο μέρος ως “φυλακισμένη”, χαρίζοντας μας ένα πολύ αισθαντικό ντουέτο με τον Ερωτόκριτο, στην σκηνή της “Αποκάλυψης”.
Θα πρέπει να κάνουμε ιδιαίτερη αναφορά στον Θοδωρή Βουτσικάκη που, με αυτόν τον ρόλο του Ερωτόκριτου, μας απέδειξε άλλη μια φορά ότι πρόκειται για ένα φυσικό ταλέντο, έναν ερμηνευτή με μεγάλες φωνητικές ικανότητες, πάθος, ενέργεια, ομορφιά και είναι ικανός για πολύ απαιτητικούς ρόλους. Μας μάγεψε πραγματικά και μας συγκίνησε! Είμαστε σίγουροι πως θα ακούσουμε πολλά απο αυτόν στο μέλλον.
Ο Κωνσταντίνος Ρήγος μας χάρισε μια σύγχρονη, τολμηρή και ευρηματική σκηνοθεσία, όπως αναμενόταν. Η Αρετούσα και ο Ερωτόκριτος είχαν τη σύγχρονη ενδυμασία της επαναστατημένης νεολαίας. Η χρήση της interactive κάμερας και η προβολή στην τεράστα οθόνη λεπτομερειών και εκφράσεων των καλλιτεχνών έκανε τις σκηνές υποβλητικές και συνδύαζε την ψηφιακή πραγματικότητα με τα δρώμενα επί σκηνής με έναν τρόπο που προσέδιδε ιδιαίτερη ενέργεια στο έργο.
Η ορχήστρα υπό τη διεύθυνση του Δημήτρη Μαραμή εξαιρετική και σε απόλυτο συγχρονισμό αναδείκνυε τις πρωτοποριακές συνθέσεις του. Συνθέσεις που, ως επί το πλείστον, κινούνταν στην πεντατονία της blues. που όμως συνδυαζόταν άψογα με τον ιαμβικό 15σύλλαβο και με τις παραδοσιακές μελωδίες της Κρήτης. Στοιχεία ρόκ και jazz διέκρινες επίσης σε κάποια κομμάτια.
Νομίζουμε ότι ο Δημήτρης Μαραμής κέρδισε το στοίχημα και το ” Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος” τις εντυπώσεις, τολμώντας ανάλογες παραγωγές!!
Το κοινό χειροκρότησε όρθιο στο τέλος του έργου και πραγματικά η παράσταση το άξιζε! το ίδιο και όλοι οι συντελεστές του και ο Γιώργος Κουμεντάκης, τον οποίο ευχαρίστησε ιδιαίτερα ο Δημήτρης Μαραμής από την σκηνή, γιατί πίστεψε από την αρχή και υποστήριξε αυτό το έργο. Και, βεβαίως, δικαιώθηκε.
Στο dessous της βραδιάς θα πρέπει να σημειώσουμε το θέμα του ήχου. ο ήχος που έφτανε στο κοινό ήταν χαμηλός σε ένταση και σε πολλά σημεία όχι καθαρός, με αποτέλεσμα να μην καταλαβαίνουμε τα λόγια σε αρκετά τραγούδια. Ευτυχώς, οι υπέρτιτλοι βοηθούσαν στην κατανόησητων στίχων.
Του Κωνσταντίνου Μπούρα/https://grafei.wordpress.com
Αριστουργηματικός ύμνος στον ΈΡΩΤΑ, με σεβασμό στην ελληνική γλώσσα αρμονική, πλαστική, παγκόσμια στη μαθηματική δόμησή της αναδείχθηκε τα μάλα χάρη στον Δημήτρη Μαραμή και στις υπέροχες ερμηνείες όλων των καλλιτεχνών. Όσο για τον Κωνσταντίνο Ρήγο τι να πω; Αυτός ο άνθρωπος είναι πρωτεϊκός, απαλλαγμένος οιωνδήποτε συμπλεγμάτων, λαϊκός κι εστέτ, ναΐφ (ενίοτε) και διανοούμενος, λάτρης της σωματικότητος και του απενοχοποιημένου ημίγυμνου, ταλαντευόμενος ως εκκρεμές ανάμεσα στο κιτς και στην υψηλή αισθητική. Η «όψις» της παραστάσεως, από τις καλύτερες παραγωγές της Λυρικής μας Σκηνής τα τελευταία χρόνια, εικονοποιούσε την εξαίσια μουσική κι όλα μαζί συνέθεταν ένα σπάνιο αριστούργημα που είμαι σίγουρος ότι θα παίζεται σε όλες τις σκηνές της υφηλίου φια πολλές δεκαετίες και θα συγκαταλεχθεί στα καλύτερα μιούζικαλ όλων των εποχών. [Έτσι, για να μη λέτε ότι γράφω μόνο κακές κριτικές κι ότι είμαι ξινός. Μπορεί να είμαι δι-υποκειμενικός, αλλά πασχίζω να είμαι ακριβοδίκαιος κι αν γίνομαι αντιπαθής μερικές φορές, συμπαθάτε με… λόγω υπερβολικής ευσυνειδησίας στην άσκηση τού λειτουργήματός μου].
Το κοινό τού Ηρωδείου την 15η του μηνός Σεπτεμβρίου 2017 (ανάμεσα σε τυφώνες, σεισμούς, πετρελαιοκηλίδες και άλλα παγκόσμια δεινά που συνάδουν μάλλον με το «φαινόμενο της πεταλούδας»)… το κατάμεστο Ηρώδειο σείστηκε στους παλμούς αυτής της έξοχης μουσικής, συγκινήθηκε από το ευφάνταστο λιμπρέτο από τον ίδιο τον συνθέτη Δημήτρη Μαραμή, που βασίστηκε σε ένα απαράμιλλο ορόσημο της διαχρονικής ελληνικής γλώσσας, το οποίο, όχι μόνον δεν έχει τίποτα να φοβηθεί από επιμειξίες και επεκτατικές διαθέσεις άλλων ιδιωμάτων, αλλά διαρκώς εμπλουτίζεται κι αναδεικνύει το σοφά αρχιτεκτονημένο υπόβαθρό της.
ΈΦΥΓΑ κατ-ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ, ΚΑΘΗΣΥΧΑΣΜΕΝΟΣ ΑΦΟΥ Η ΓΛΩΣΣΑ ΜΑΣ ΌΧΙ ΜΟΝΟΝ ΔΕΝ ΚΙΝΔΥΝΕΥΕΙ ΝΑ ΑΦΑΝΙΣΤΕΙ ΑΛΛΑ ΑΝΤΕΧΕΙ ΚΙ ΑΛΛΟΤΡΙΕΣ ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΕΠΙΚΑΛΥΨΕΙΣ…
Της Τάνιας Σκραπαλιώρη/avopolis.gr
Ένα sold-out Ηρώδειο καταχειροκρότησε την εξαιρετική αυτή εναλλακτική αξιοποίηση του ερωτικού μανιφέστου του Βιτσέντζου Κορνάρου, που συν τοις άλλοις είχε και τη φρέσκια από την επιτυχία της “Μάντισσας” Μαρίνα Σάττι να ενσαρκώνει την Αρετούσα…
«Χρειάζεται θάρρος για να καταπιαστείς με ένα αριστούργημα της ελληνικής λογοτεχνίας όπως ο Ερωτόκριτος και να συνθέσεις τη μουσική του εκδοχή», αρχίζει το σημείωμά του στο πρόγραμμα ο Δημήτρης Μαραμής. Και σε αυτήν τη ντουζίνα απλών, χρηστικών λέξεων, εσωκλείει την πεμπτουσία του τολμηρού στοιχήματος που έβαλε με τον εαυτό του.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Μαραμής καταπιάνεται με αυτόν τον ογκόλιθο του κρητικού αναγεννησιακού θεάτρου. Έχει ήδη προσεγγίσει, ψηλαφίσει και ενδύσει μουσικά τον Ερωτόκριτο 6 χρόνια πριν, συνθέτοντας την πρωτότυπη μουσική για την ιδιαίτερα επιτυχημένη παράσταση του Στάθη Λιβαθινού, η οποία άφησε τη δική της εποχή στο θεατρόφιλο κοινό της Αθήνας. Όμως με τον συγκεκριμένο Ερωτόκριτο είναι διαφορετικά. Δεν πρόκειται απλά για μερικά τραγούδια γραμμένα για μια παράσταση, αλλά για μια ολοκληρωμένη συνθετική πρόταση επί του κειμένου, που αποτελεί η ίδια την παράσταση, και μέλλει να στηθεί με όρους όπερας και με twists μιούζικαλ, αυξάνοντας το βάρος του ήδη σοβαρότατου στοιχήματος.
Οι μουσικές δομές και τα μοτίβα, είναι πεντακάθαρα. Στο πρώτο μέρος, η δράση επικεντρώνεται στην αρχή του έρωτα μεταξύ Ερωτόκριτου και Αρετούσας και στην εξέλιξη του συναισθήματος των δύο νέων, περιστρεφόμενη γύρω από ένα σχεδόν εθιστικό jazz & blues μοτίβο, το οπτης φυλάκισης της Αρετούσας και του σκηνοθετημένου θανάτου τουοίο διατρέχει σαν ραχοκοκκαλιά το μεγαλύτερο μέρος της παράστασης. Είναι ένα μέρος ευδιάκριτα πιο ανάλαφρο σε σύγκριση με το δεύτερο, όπου λαμβάνουν χώρα οι δραματικές σκηνές της μάχης, και του σκηνοθετημένου θανάτου του Ερωτόκριτου.
Οι σκηνές του θρήνου του αποχωρισμού και του τελικού σμιξίματος των πρωταγωνιστών είναι ανατριχιαστικές, με τις αντίστοιχες συνθέσεις να αντλούν περισσότερο από τις εγχώριες παραδοσιακές φόρμες και την κληρονομιά των κορυφαίων Ελλήνων συνθετών, όπως αρμόζει στην εμβληματική θέση που κατέχει το κείμενο στη γραμματεία του τόπου μας. Πανταχού παρούσα και επίσης αξιοσημείωτη είναι όμως και η διακριτικότητα στις μουσικές αναφορές, στοιχείο που προφυλάσσει την έμπνευση και την πρωτότυπη δουλειά του συνθέτη, βοηθώντας ώστε να της αποδωθούν τα εύσημα που της αξίζουν.
Η συνθετική προσέγγιση βρίσκεται σε σύμπνοια και αγαστή συνεργασία με τη σκηνοθετική σύλληψη του Κωνσταντίνου Ρήγου, στο πρόσωπο του οποίου ο Δημήτρης Μαραμής βρήκε τον ιδανικό συνεπιβάτη στο ταξίδι εναλλακτικής αξιοποίησης του αριστουργηματικού κειμένου του Ερωτόκριτου. Ύψιστη συνέπεια, τομές ακριβείας, καθαρές και μοντέρνες γραμμές σκηνικού χώρου, παράλληλα live video (από τον Βασίλη Κεχαγιά), μεταφορά των προσώπων και των καταστάσεων στο σήμερα –η οποία υπογραμμίζεται και εξυπηρετείται σε μεγάλο βαθμό από τις ενδυματολογικές επιλογές του Γιώργου Σεγρεδάκη– συνθέτουν την άποψη του Κωνσταντίνου Ρήγου για το ερωτικό μανιφέστο του Βιτσέντζου Κορνάρου, που μετρά πια πάνω από 4 αιώνες ζωής.
Οι ερμηνείες στάθηκαν σε κάτι παραπάνω από το ύψος των περιστάσεων, με έναν δυναμικό και εξαιρετικά φορμαρισμένο φωνητικά Θεόδωρο Βουτσικάκη στο ρόλο του Ερωτόκριτου και με τους παλαίμαχους της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (η μεσόφωνος Ιωάννα Φόρτη στον ρόλο της Νένας και ο βαρύτονος Κώστας Μαυρογένης στον ρόλο του Ρήγα) να κλέβουν την παράσταση με χαρακτηριστική άνεση –η Φόρτη ιδίως υπήρξε απολαυστική, συγκινητική, σχεδόν καθηλωτική, υπηρετώντας με την ίδια υψηλή απόδοση τις διαφορετικές ποιότητες που απαιτούσε αυτός ο δεύτερος ρόλος, προσδίδοντάς του μια αίγλη που μόνο οι πραγματικά πολυσχιδείς καλλιτέχνες έχουν διαθέσιμη.
Η Μαρίνα Σάττι, φορώντας κατάσαρκα το momentum της επιτυχίας της “Μάντισσας”, ενσάρκωσε την Αρετούσα. Ίσως όμως να εγκλωβίστηκε στιγμιαία στην αλήθεια της ρήσης «ο εχθρός του καλού είναι το καλύτερο», με αποτέλεσμα να αργήσει να σταθεροποιηθεί σκηνικά, κάτι που έχει πάντως επανειλημμένα αποδείξει ότι δεν αποτελεί πρόβλημα. Ωστόσο το ταλέντο της, οι ικανότητές της και η υποκριτική δεινότητα της φωνής της είναι αδιαμφισβήτητα και κέρδισαν τελικά τη μάχη με το αποστομωτικό συναίσθημα που φέρει ο χαρακτήρας της Αρετούσας.
Η θεωρητική και πρακτική κατάρτιση που απαιτείται για να γράψει κανείς μια επαρκή και επαγγελματική κριτική για πονήματα όπως αυτό του Ερωτόκριτου του Δημήτρη Μαραμή, ανήκει σε σφαίρες που δεν τολμούμε να ισχυριστούμε ότι έχουμε διασχίσει. Τα επί μέρους συστατικά του κοκτέιλ ήταν άρτια εκτελεσμένα, το κοκτέιλ το ίδιο ωστόσο είναι για τολμηρούς.
Ας μείνουμε λοιπόν στο εκκωφαντικό χειροκρότημα στο κατάμεστο Ηρώδειο, όπου ο κόσμος δεν σταμάτησε να επευφημεί τους συντελεστές της παράστασης, τόσο κατά τη διάρκειά της, όσο και αρκετά λεπτά μετά το πέρας της. Και αν κάτι μένει με σιγουριά, είναι η καταλυτική δύναμη και η ισοπεδωτική διακειμενικότητα αυτού του κρητικού δεκαπεντασύλλαβου, ο οποίος συμπυκνώνει την επανάσταση της αγάπης με τρόπο που θα ζήλευε και ο θείος Σαίξπηρ: «Καλλιά ‘χω σε με θάνατο/παρ’ άλλη με ζωή μου/για σέναν εγεννήθηκε/στον κόσμο το κορμί μου».
Του Δημήτρη Γκοσμάνη/boxnews.gr
Θριάμβευσε το μιούζικαλ Ερωτόκριτος του Δημήτρη Μαραμή, ανάθεση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ρήγου σε ένα κατάμεστο Ηρώδειο όπου τα εισιτήρια είχαν εξαντληθεί από την προηγούμενη εβδομάδα.
Ξεχώρισαν για τις συγκλονιστικές τους ερμηνείες ο Θοδωρής Βουτσικάκης (Ερωτόκριτος) και η Μαρίνα Σάττι (Αρετούσα) ενώ αντάξια στάθηκαν δίπλα τους η Ιωάννα Φόρτη (Παραμάνα), ο Κωστής Μαυρογένης (Ρήγας) και ο Gautier Βελισσάρης (Πολύδωρος).
Σημαντική η συμβολή του χορού (οχτώ χορωδών) και του ορχηστρικού ensemble με το συνθέτη στο πιάνο και στη διεύθυνση.
Η σύγχρονη μελοποίηση του αναγεννησιακού αριστουργήματος από τον Μαραμή με αναφορές από blues και Jazz χρώματα παντρεμένα με την κρητική μουσική παράδοση μάγεψε το κοινό ενώ η σύγχρονη ματιά του Ρήγου απογείωσε σκηνικά αυτή την πρωτοποριακή σύνθεση.
Προσωπικότητες από όλους τους χώρους έδωσαν το παρόν στον πολυσυζητημένο Ερωτόκριτο του Μαραμή.