Άνεμος
Εθνικό θέατροΚωνσταντίνος Ρήγος
Ξένια Αηδονοπούλου
Δημήτρης Μαραμής
Μαίρη Τσαγκάρη
Νατάσα Δημητρίου
Χρήστος Τζιόγκας
Άγγελος Παναγόπουλος
Γιώργος Ζυγούρης
Αλεξάνδρα Ρογκόβσκα, Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου, Ρόζα Προδρόμου, Άννα Μάσχα, Αντώνης Στρούζας, Άρης Παπαδόπουλος, Βιβή Μπουτάτη, Γιάννης Τσιγκρής, Κωνσταντίνος Πλεμμένος, Γιώργος Πυρπασόπουλος, Ηρώ Μπέζου, Ορφέας Αυγουστίδης
Εθνικό θέατρο
Του Δημήτρη Τσατσούλη/imerodromos.gr
Σε έναν απροσδιόριστο τόπο, σε έναν χώρο που θυμίζει μπαρ-εστιατόριο περιφερειακής οδού, με ένα φλιπεράκι στη μια του άκρη, τραπέζι χαρτοπαικτικής, μπαρ στα αριστερά και μια μπάντα με τέσσερις μουσικούς στο βάθος συναθροίζονται τυχαία δώδεκα άτομα, άγνωστο αν ήδη γνωρίζονται μεταξύ τους. Εντός αυτού του πολυτοπικού σκηνικού του (και σκηνοθέτη – χορογράφου) Κωνσταντίνου Ρήγου, τα πρόσωπα θα εκφέρουν αποσπάσματα από έργα γνωστών συγγραφέων – δημιουργών (Π. Όστερ, Χ. Μπελ, Ζ. Περέκ, Α. Ταρκόφσκι, Τσ. Μπουκόφσκι, Τζ. Μόρισον κ. ά.) αλλά και δικά τους ή της Ξένιας Αηδονοπούλου, υπεύθυνης για την όλη δραματουργία της παράστασης.
Με επίκεντρο τους αέρηδες ανά εποχή και με εναρκτήριο του κάθε μέρους άκουσμα ένα κομμάτι από τις «Τέσσερις εποχές» του Βιβάλντι που παίζει ζωντανά η ορχήστρα, τα κείμενα απλώνονται, πλην του ανέμου ή των «δελτίων καιρού» και σε άλλες θεματολογίες όπως ζητήματα για την τέχνη, την αγάπη, κ.ά. Με διαφόρων χρωματικών συνδυασμών, ανάλαφρα κοστούμια της Νατάσας Δημητρίου, οι ηθοποιοί κινούνται ελεύθερα στον χώρο με ένα ποτό στο χέρι, δημιουργώντας παιχνίδια και μεταδίδοντας γενικά μια ευχάριστη διάθεση έστω κι αν κάποιες στιγμές τα κείμενα που εκφέρουν δεν είναι ευχάριστα. Την όλη χαρούμενη ατμόσφαιρα εντείνουν οι φωτισμοί του Χρίστου Τζιόγκα που επεμβαίνουν με εναλλαγές και διαμορφώνουν τον μεγάλο σκηνικό χώρο της Σκηνής Μαρίκα Κοτοπούλη στο Ρεξ.
Η μουσική του Δημήτρη Μαραμή αλλάζει διαρκώς το στίγμα, οι ηθοποιοί τραγουδούν και, κυρίως, οι εξ αυτών χορευτές χορεύουν παρασυρόμενοι από τους ήχους, δίνοντας την αίσθηση ενός μιούζικαλ. Η κίνηση ωστόσο δεν λείπει από κανέναν, κίνηση που προκαλείται από διάφορους λόγους όπως το άνοιγμα ενός παραθύρου και η ορμητική εισβολή του ανέμου που παρασύρει αντικείμενα και ανθρώπους. Εξαιρετικά κινησιακά στιγμιότυπα αλλά και όμορφες, τεχνικά άρτιες χορογραφίες εκτελεσμένες από τους επαγγελματίες χορευτές της ομάδας.
Παρά το δυσάρεστο της συχνά αταυτοποίητης φωνής του ομιλούντος που οφείλεται στις ψείρες, όλοι οι εκφέροντες λόγο ηθοποιοί κατέθεσαν έντονη λεκτική ενέργεια με επικεφαλής την πάντα άρτια αλλά και πλήρως ανανεωμένη εδώ Άννα Μάσχα που δέσποζε στη σκηνή, τον εξίσου καλό Ορφέα Αυγουστίδη, έντονο στον προσωπικό του μονόλογο «Γράμμα στον εαυτό μου», τον Γιώργο Πυρπασόπουλο και τη μάλλον ανεκμετάλλευτη ως προς την ποσότητα εκφερόμενου λόγου και έξοχη στο τραγούδι επιβλητική Ρόζα Προδρόμου. Η Ηρώ Μπέζου είχε την καλύτερη στιγμή της στον μονόλογο-διασκευή που έκανε η ίδια του ινδιάνικου μύθου για τον άνεμο αλλά ήταν εμφανώς αμήχανη στην κίνηση, αβέβαιη στην εκφορά των πρώτων δελτίων καιρού. Ευχάριστη έκπληξη ο εξίσου καλός ως χορευτής και ηθοποιός Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου.
Λίγο υπερβολικός στις εκφράσεις, πλεοναστικός κινησιολογικά και στον τρόπο εκφοράς λόγου ο Κωνσταντίνος Πλεμμένος, άρτιοι στα χορευτικά οι Γιάννης Τσιγκρής, Άρης Παπαδόπουλος, Αντώνης Στρούζας, Αλεξάνδρα Ρογκόβσκα και Βιβή Μπουτάτη.
Παρά τα διόλου ανάλαφρα κείμενα, η παράσταση που έστησε με παιγνιώδη διάθεση ο Κωνσταντίνος Ρήγος, με τις εναλλαγές, τα ευρήματα, το χιούμορ, την καλή υποκριτική και τις ωραίες χορογραφίες της εξέπεμπε δροσιά, γοητεία και αισθητική αρτιότητα ώστε να αποτελεί μια ευχάριστη επιλογή χωρίς καλλιτεχνικές εκπτώσεις.
Της Στέλλας Χαραμή/spirto.net
«Ο άνεμος μου θυμίζει πως ο χρόνος δεν είναι τίποτα». Κάπου, στο πρώτο από τα τέσσερα μέρη της σκηνικής σύνθεσης του Κωνσταντίνου Ρήγου «Άνεμος», ακούγεται αυτή η φράση που στο μυαλό μου συνοψίζει εκτός από το νοηματικό πυρήνα του ίδιου του έργου, τη σχέση του καλλιτέχνη με το έργο του. Ο Ρήγος με ταχύτητα ανέμου επιστρέφει στον προσωπικό του δημιουργικό χρόνο – στη «Bossa Nova» και τον «Τιτανικό» – τον μνημονεύει και τον επανεφεύρει, μ’ έναν τρόπο, πιο φρέσκο απ’ ότι θα περίμενε κανείς. Σαν δροσερό αεράκι.
Αυτή τη φορά, με δραματουργικό άλλοθι τον άνεμο, ως φυσικό φαινόμενο αλλά και ως δύναμη καταστροφής και δημιουργίας, οι ήρωες του – μια ετερόκλητη συντροφιά ανθρώπων σ’ έναν, επαρχιακής αισθητικής, χώρο – διατρέχουν το χρόνο και τις εποχές, μιλώντας για τα βασικά: Για την τέχνη, για τον έρωτα, για παντός είδους συναισθήματα, για το θάνατο. Το κάνουν όμως σαν να είναι κι εκείνοι στοιχεία της φύσης. Ακριβώς γιατί είναι.
Σε αναφορά και σχέση με τις παλαιότερες σκηνικές συνθέσεις (που και πάλι είχαν φιλοξενηθεί στο Εθνικό) συνεχίζει την προσωπική παράδοση της ποπ ποίησης, που συνομιλεί, κάπως αναρχικά, με τη μετεπιθεώρηση κι έχει φιλολογικό υπόβαθρο. Αυτή η ξεχωριστή φόρμα που λανσάρει ο σκηνοθέτης και χορογράφος έχει λοιπόν ένα καινούργιο δείγμα – ανανεώνοντας φυσικά κάθε φορά το ρίσκο του να λειτουργήσει μια τέτοια παράσταση. Καταρχάς γιατί δεν έχει αρχή, μέση και τέλος• ή τουλάχιστον έχει όσο έχει ο χρόνος και ο άνεμος. Και κατά δεύτερον γιατί στηρίζεται σε διαφορετικά υλικά, στην αυτοσχεδιαστική σκέψη και όρεξη μα και στην σκηνική ενέργεια της ομάδας.
Ας ξεκινήσουμε από εδώ λοιπόν. Το κάστινγκ του «Ανέμου» έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Ηθοποιοί, περφόρμερς, χορευτές ή και πρόσωπα με παραπάνω από μια ιδιότητες συναθροίζονται σ’ ένα φρέσκο μπλέντινγκ, όπου ο καθένας φέρνει κομμάτια του σκηνικού του εαυτού και το σημαντικότερο, τα αναθεωρεί. Η «απενοχοποίηση» της Άννας Μάσχα και του Γιώργου Πυρπασόπουλου συνδέονται με την ολοένα και ανανεούμενη διαθεσιμότητα του Ορφέα Αυγουστίδη και της Ηρώς Μπέζου (η τελευταία συμμετέχει κανονικά και σε χορογραφίες), η περσόνα της Ρόζας Προδρόμου αναδεικνύεται και μέσα σ’ ένα μεγαλύτερο σχήμα όπως και η κωμική φύση του Κωνσταντίνου Πλεμμένου. Την ίδια ώρα, η ομάδα των χορευτών (Βιβή Μποτάτη, Άρης Παπαδόπουλος, Αλεξάνδρα Ρογκόβσκα, Αντώνης Στρούτζας και Γιάννης Τσιγκρής) με κορυφαίο τον Αλέξανδρο Βαρδαξόγλου που «πατάει» και στις δύο περιοχές, του χορού και της ερμηνείας, σωματοποιεί με τρομερή ένταση το λόγο και παράγει ωραίες εικόνες.
Οι ζωηρές χορογραφίες και η άψογα οργανωμένη κινησιολογία, τα καλόγουστα ποπ κοστούμια της Νατάσας Δημητρίου, οι υποβλητικοί φωτισμοί του Χρήστου Τζιόγκα, η καλοκουρδισμένη ορχήστρα (Διονύσης Βερβιτσιώτης, Σοφία Ευκλείδου, Φώτης Παπαντωνίου, Ιάκωβος Παυλόπουλος) καθώς εκτελούν Βιβάλντι και Σούμπερτ σε διασκευές και νέες ενορχηστρώσεις του Δημήτρη Μαραμή, συνθέτουν εξαιρετικές ατμόσφαιρες και τοπία, τόσο εικονοκλαστικά και όσο και συναισθηματικά.
Αν κάπου «μπάζει» η παράσταση – όπως ο άνεμος εισβάλλει από τα παράθυρα του σκηνικού – είναι στη σύνδεση των κειμένων μεταξύ τους (αντλούνται αποσπάσματα από έργα των Πολ Οστερ, Τσαρλς Μπουκόφσκι, Χάινριχ Μπελ κ.α.) με αποτέλεσμα να χάνεται ενίοτε η ροή της παράστασης. Προβληματική, κατά τόπους και η επί μέρους επιλογή εγκεφαλικών και εσωστρεφών αποσπασμάτων (δραματουργία – κείμενα: Ξένια Αηδονοπούλου).
Οι αρετές της, παρόλα αυτά, είναι περισσότερες.
Της Μαρίας Αναγνωστάκη/ogdoo.gr
Το μουσικό θέαμα του Κωνσταντίνου Ρήγου με τίτλο «Άνεμος» ανέβηκε αυτή τη σεζόν από το Εθνικό θέατρο στη σκηνή Μαρίκα Κοτοπούλη στο Rex. Είναι ίσως ότι πιο ιδιαίτερο και ζωντανό μπορεί κανείς να δει στη σκηνή ενός θεάτρου.
Μια σπουδή τον άνεμο με τη μετεωρολογική του έννοια, τη συμβολική του έννοια, τον άνεμο που ρέει μέσα στη ζωή και το χρόνο μας και τον άνεμο όπως αυτός εκδηλώνεται σε κάθε μια από τις 4 εποχές του Vivaldi όπου οι 4 μουσικοί παίζουν ζωντανά κατά τη διάρκεια της παράστασης.
Ένας άνεμος που φυσάει και σκορπάει λέξεις, έννοιες και προβληματισμούς και τα πρόσωπα του έργου να ζουν τόσο καθημερινά, τόσο ανθρώπινα που τελικά σε παρασέρνουν.
Η σύλληψη του Κωνσταντίνου Ρήγου φρέσκια και εφυής, οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών ανεπιτήδευτες και ανάμεσά τους η δυνατή παρουσία της ζωντανής μουσικής που ταξιδεύουν το θεατή καθ’ όλη τη διάρκειά της.
Φεύγοντας δε μπορείς παρά να αναπολείς το ταξίδι σου μέσα από την παράσταση και τον άνεμο που το συνόδευσε.
Το έργο θα είναι για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων και είναι μια παράσταση που δεν πρέπει να χάσετε.
Του Κωνσταντίνο Μπούρα/grafei.wordpress.com
“ΑΝΕΜΟΣ” ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΦΥΣΣΑΕΙ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΜΑΣ ΘΕΑΤΡΟ ΧΑΡΗ ΣΤΟΝ ΡΗΞΙΚΕΛΕΥΘΟ ΟΡΑΜΑΤΙΣΤΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΡΗΓΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΟ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ ΛΙΒΑΘΗΝΟΥ
Επιτέλους είδαμε και κάτι πρωτότυπο, συγκλονιστικό, «απογειωμένο» μετά το κατασυκοφαντημένο και κακοχωνεμένο στην Ελλάδα μεταμοντέρνο!!! Ο Κωνσταντίνος Ρήγος είναι ρηξικέλευθος οραματιστής. Ξεκίνησε από τον χορό, πέρασε στην θεατρική παρωδία του κιτς, από εκεί στη «σοβαρή» σκηνοθεσία και ιδού τώρα πλάθει ένα πρωτότυπο νεοελληνικό (και διεθνές) μιούζικαλ με φόντο ένα απροσδιόριστο παγκοσμιοποιημένο μπαρ, με κιτς σκηνικό διάκοσμο, με ζωντανή μουσική και με ηθοποιούς-χορευτές που ξέρουν να παγιδεύουν το Άφατο και να μορφοποιούν το Ασύλληπτο!!! [τρία θαυμαστικά, απαραιτήτως]. Ποίηση, υψηλή Ποίηση, ο θεατρικός Λόγος στα καλύτερά του, μαζί με μια αέναη, συμπαντική θα έλεγες κίνηση, που παρασέρνει σκηνή και πλατεία σε έναν αλλοδιαστασιακό «Άνεμο» που μας παίρνει τα μυαλά και τα λευκά μαλλιά της ηλικίας ανακατεύει μέχρι που να ξαναγίνουμε παιδιά, αθώα και ελεύθερα. Είναι η πρώτη φορά που δεν σοκάρει το ημίγυμνο, είναι η πρώτη φορά που το ΣΩΜΑ επαν-ενώνεται με τον ΛΟΓΟ επί σκηνής νεοελληνικού θεάτρου. Αριστούργημα [με ή χωρίς θαυμαστικά, δεν έχει υπερθετικό βαθμό]. Ο θεατής αφήνεται να ονειρευτεί περνώντας από εποχή σε εποχή κι ενηλικιώνεται αρμονικώς ως «παις αεί πεσσεύων», ως «Εγώ Ειμί Παρουσία» (The “I Am Presence”), ως συνδημιουργική οντότητα που επιστρέφει επιτέλους στην Ιθάκη της προεφηβικής του σωματικότητος. Γιατί περί αυτού πρόκειται. Ο σοφός χορογράφος ξαναπιάνει το μίτο της Αριάδνης και μας δείχνει την έξοδο από τον Λαβύρινθο των εγκεφαλικών αυτοπαθών και ναρκισσευομένων διανοουμένων μας που αυνανίζονται δημοσίως (επί σκηνής κι από οθόνης) χωρίς όμως να ηδονίζεται πραγματικά ούτε ένα από τα καταταλαιπωρημένα κύτταρά τους. Α ρε Βίλχεμ Ράιχ, όλα τα είπες στο «Άκου ανθρωπάκο!», πριν σε εγκλείσουν και σε τιμωρήσουν, χωρίς να μπορέσουν όμως και να σε ακυρώσουν. Γιατί η Αλήθεια δεν κρύβεται. Καίει και λυτρώνει, σαν Ήλιος, αποκαλύπτει σαν Ήλιος, ελευθερώνει (όπως είπεν ο Χριστός). Κι η Αλήθεια για τον ζωντανό άνθρωπο είναι δύο: 1. το σώμα, 2. ο Λόγος (ο σπινθήρας τού Δημιουργού εντός του). Στην Αρχαιότητα αυτά τα δύο ήταν ενιαία: «νους υγιής εν σώματι υγιή». Μετά ήρθεν ο Δυτικός Μεσαίωνας και η υποκριτική μαυροφορεμένη Ανατολή κι απέκοψαν την αλυσίδα από το μουράγιο, έτσι που το πλοίο της Ανθρωπότητας παρασύρθηκε από τα κοσμικά κύματα και προσάραξε σε συμπαντικούς υφάλους. Τώρα ήρθε η ώρα να ανελκύσουμε τον Τιτανικό κι ο Κωνσταντίνος Ρήγος, ως Καλλιτέχνης και πνευματικός-σωματικός Άνθρωπος του Θεάτρου που σέβεται τον εαυτό του, ρίχνει μια δυνατή βουτιά στα βαλτωμένα απόνερα του Συλλογικού Πανανθρώπινου Υπό-συνειδήτου. Στο «υπό-κείμενο» (“sub-text”) τώρα της παράστασής του, δεν υπάρχει πεσσιμισμός κι απογοήτευση, ακόμα κι όταν παραπέμπει σε ζοφερά μελλοντολογικά σενάρια. Υπέροχος άθλος, έξοχοι ερμηνευτές, χάρμα οφθαλμών κι αισθήσεων, βαθύς προβληματισμός, αλλά παντρεμένος με τη χαρά της Ζωής. Βλέπετε τι κάνει ο Ορφικός Έρως όταν συναντά τη Διονυσιακή Μανία με Απολλώνια γαλήνη και ήρεμο προσωπείο; Αυτά και άλλα πολλά είναι αυτή η θαυμαστή παράσταση που μόνον ιδίοις σώμασιν μπορείτε να απολαύσετε.
Μετά Λόγου γνώσεως, Πίστεως και Αγάπης,
Του Τάσου Κατρή Θεοδωρόπουλου
Ο ΣΟΥΜΠΕΡΤ ΑΠΟ “ΠΕΙΝΑ” ΦΥΣΑΕΙ ΣΤΑ ΒΑΜΠΙΡΙΚΑ ΜΑΛΛΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΡΙΝ ΝΤΕΝΕΒ
Θα σου πω εγώ ποιο είναι το τσεκ πόιντ της επιτυχίας αυτού του κολάζ αισθήσεων και συναισθημάτων που λέγεται «Άνεμος». Αλλιώς θα το έγραφα αλλά προέκυψε βιωματικά. Αν προσπαθήσεις να γράψεις κάτι για την παράσταση ακούγοντας ραδιόφωνο (όπως συνηθίζω) σε χριστουγεννιάτικη διάθεση (το ραδιόφωνο εννοείται) σου απαυτώθηκε το κείμενο. Λέξη δεν πρόκειται να μπορέσεις να γράψεις ειλικρινά. Γιατί ας πούμε ότι ο «Άνεμος» είναι με έναν «πειραγμένο» τρόπο (όπου Ρήγος κολλάει το «πειραγμένο») η δική του εκδοχή της ταινίας «Επιστροφή στο μέλλον». Οπότε αν θες να ανασυνθέσεις τα συναισθήματά που σου προκάλεσε η παράσταση, πρέπει να βγεις τώρα έξω και να βρεις που πουλάνε κασέτες. Αυτές τις TDK τις 45άρες αν βαριέσαι ή τις 90άρες αν είσαι μπόσικος, και μετά να κάτσεις να γράψεις σελεξιόν μουσικές, «κομματάρες», από Σαμπρίνα μέχρι Σούμπερτ όπως κάναμε κάποτε στο μέλλον για τον / την γκόμενα. Ο άνεμος, από τη φύση του, μπορεί να περιγραφεί μόνο μετεωρλογικά όσον αφορά στα μποφόρ, στα βαρομετρικά, στο που φυσάει άντε και σε δημοτικά τραγούδια για τσίπουρο ή πιο έντεχνα για κατάθλιψη με σικάτο κοκτέιλ. Ο Ρήγος που έχει περάσει από όλες τις προαναφερθείσες φάσεις, αυτή τη φορά αποφασίζει να προσποιηθεί τον βλαμμένο, δήθεν διανοούμενο, τύπου δεν ξέρω τι μου γίνεται, δεν κάνω πλάκα, το καταλαβαίνεις από την αρχή του έργου του ή μάλλον πριν την αρχή του που δεν είναι αρχή γιατί κάτι που έρχει αρχή πρέπει να έχει και τέλος, και η παράσταση τέλος δεν έχει, τελειώνει με κάτι σαν διάλλειμα συναισθηματικής απόψυξης. Ο Ρήγος λοιπόν για να επανέλθουμε στην προηγούμενη φράση, πετυχαίνει την απόδειξη της «βλακείας» του που επιδιώκει, με έναν τόσο σαρωτικό τρόπο που πραγματικά δεν ξέρω ποιο θα είναι το επόμενο ανάλογο βήμα του και πότε γιατί μετά από μια «σύνθεση» σαν τον άνεμο, τη χρειάζεσαι στο νερό μια πενταετία να σου ξανακάτσει τέτοια έμπνευση εξωτερίκευσης συκωτιών πάθους και απάθειας. Ένα πυρετικό ντελίριο του Κιούμπρικ σε παραλήρημα όταν φανταζόταν πως θα γυρίσει σίκουελ αλλά σε θεατρικό μπουρλέσκ το «2001» με τίτλο «Η Διαστημική Οδύσσεια της Μόνα Λίζα και ο Τραγικός της Θάνατος από Κρυοπαγήματα όταν Αυνανίστηκκε στην Ανταρκτική της Χαβάης». Αυτό είναι ο τίτλος. Υπότιτλο θα έβαζα το «Αγκαλιά με έναν Μοβ Φίκο». Απλά αριστούργημα (για πειραγένους ανθρώπους με ψυχιατρική παρακολούθηση σαν εμένα) και απόλυτη επιβεβαίωση της φράσης του ότι δεν μπορείς να αισθανθείς τέχνη παρατηρώντας τη μόνο μια φορά. Όταν ξαναπάς και θα ξαναπάς αν είχες την απερισκεψία να επισκεφτείς το σύμπαν του «Ανέμου» θα αισθανθείς τουλάχιστον αδιάβαστος επειδή την πρώτη παρατήρησες αλλά τη δεύτερη είδες.
Παιδιά, ειλικρινά συγγνώμη για την όποια παπαρολογία μου, ξέρω ότι σε μια κριτική προέχει ο αναγνώστης να καταλάβει περί τίνος πρόκειται κι όχι να αυνανίζεται ο συγγραφεάς αλλά αν δεν τον παίξεις με τον «Άνεμο» του Ρήγου (οκ, θα σου τον κάνει λίγο κασάτο αν το επιχειρήσεις) τότε με τι να τον παίξεις; Και τι ακριβώς να περιγράψω; Είναι από τις ελάχιστες φορές που πήγα να διαβάσω το πρόγραμμα αλλά το άφησα στην πρώτη πρόταση όχι γιατί δεν είναι καλογραμμένο, το αντίθετο εφ’ όσον έχει κείμενο της Ξένιας Αηδονοπούλου που «δανείζει» μεγάλο μέρος των μαγικών λέξεων της στην παράσταση. Απλά ήθελα να γράψω τα δικά μου χωρίς να έχω τον μπούσουλα της Ξένιας και χωρίς να κάτσω στη σημειολογική ανάλυση του Βιβάλντι και τον «4 εποχών του» που είναι το προφανές αν θες να πιάσεις επιφανειακά την παράσταση. Γιατί το κλειδί της, η λύση του μυστηρίου μέσω της τέχνης, αν π.χ. μιλάγαμε για ένα μυθιστόρημα του Νταν Μπράουν, βρίσκεται στο Piano Trio Νο.2 op 100 του Σούμπερτ. Μαγικό πανηγυριώτικο ρέκβιεμ δεινοσαυρικών αποχαιρετισμών που θα το νοιώσεις καλύτερα μέσα στην παράσταση αν πρώτα δεις τη σκηνή που η αιώνια βαμπιρέλα Κατρίν Ντενέβ, αποχαιρετά τον καταδικασμένο σε παγωμένα γηρατειά αλλά μη θάνατο, στην ταινία «The Hunger – H πείνα», Ντέιβιντ Μπάουι. Δηλαδή εγώ μετά τι να γράψω; Ότι ο Γιώργος Πυρπασόπουλος κι ο Ορφέας Αυγουστίδης αν το πάρουμε πιο σταρίστικα (μέσα από τον διαγαλαξιακό θίασο περφεξιονισμού της προσμονής) και οι δύο είναι ολοφάνερα εξαιρετικοί στην κατάσταση του τι με βρήκε τώρα; Ότι στο παρά τσακ το Μαρίκα Κοτοπούλη γλύτωσε από το να ανάψω αναπτήρα στον πυροτέτοιο του συστήματος για να βρέξει και να διακοπέί η παράσταση από τη ζήλειά μου απέναντι όχι μόνο στο εκλεκτικής αποσύνθεσης και τέλειας παραγωγής σκηνικό θέαμα αλλά και στην κειμενική παρτούζα Αηδονοπούλου, Μπουκόφσκι, , Ορφέα Αυγουστίση, Χάινριχ Μπελ, Χειμώνα, Όστερ, Ταρκόφκσι, Μόρισον; Φωτιά στο Κοτοπούλη επιμένω και να βρέχουν από πάνω οι πυροτετοιοι γιατί ο “Άνεμος” όπως πάντα φουντώνει τη φλόγα και ο Ρήγος, γνωστός απατεώνας, έκανε τη φλόγα του και καυτή και αδιάβροχη αυτή τη φορά. Η πιο προσωπική δουλειά κύβος του Ρούμπικ ενός σπουδαίου καλλιτέχνη που είναι σπουδαίος ακριβώς επειδή αν τον αποκαλέσεις “καλλιτέχνη” θα σε κάνει σουβλάκια από την Ακτή του Ελεφαντοστού. Μοναδική εμπειρία αισθητικής μπουνιάς και χάνζαπλαστ ουσίας σε ντελίριο μυστικού δείπνου 4 εποχών απόκληρων της αγάπης σε ταμπλό νεκρόβιβάν.